Ρωσία: Πώς χάθηκε η επανάσταση;

*Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά το 2007 στο περιοδικό Διεθνιστική Αριστερά, τεύχος 13 http://v1dea.2square.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=729&Itemid=46

Από την εργατική εξουσία του 1917 στον κρατικό καπιταλισμό του Στάλιν

Η επανάσταση του 1917 άλλαξε την ιστορία του 20ού αιώνα και έδειξε ότι ο στόχος για έναν άλλο κόσμο είναι εφικτός. Για έναν κόσμο χωρίς βιομηχάνους, χωρίς τραπεζίτες, χωρίς τσιφλικάδες, για μια κοινωνία χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση. Η επικράτηση του σταλινισμού στη δεκαετία του 1930, οι μεταπολεμικές εργατικές εξεγέρσεις (από την Ουγγαρία του 1956 μέχρι την Πολωνία του 1980) και τελικά η κατάρρευση των καθεστώτων του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» το 1989-90, έθεσαν ξανά και ξανά το ερώτημα γιατί και πώς χάθηκε η Οκτωβριανή Επανάσταση.

Το ερώτημα αυτό, που απασχόλησε γενιές και εκατομμύρια αγωνιστών σε όλο τον κόσμο, γίνεται σήμερα ξανά επίκαιρο. Το αίτημα για «έναν άλλο κόσμο εφικτό» που τίθεται όλο και πιο μαζικά απέναντι στην παγκοσμιοποιημένη και αυξανόμενη καπιταλιστική βαρβαρότητα δεν μπορεί να απαντηθεί χωρίς την εξήγηση γιατί χάθηκε η επανάσταση του 1917. Χωρίς απάντηση σε αυτό το κρίσιμο ερώτημα, κανένα σοσιαλιστικό απελευθερωτικό όραμα για την ανθρωπότητα δεν μπορεί να γίνει πειστικό, καμιά νικηφόρα στρατηγική και τακτική και καμιά νέα νικηφόρα Αριστερά δεν μπορεί να ξαναχτιστεί.

Η κυρίαρχη προσέγγιση στο εσωτερικό της Αριστεράς προσπαθεί να εξηγήσει την κατάληξη της ρώσικης επανάστασης με βάση τα «λάθη της ηγεσίας». Θεωρεί ότι υπάρχει μια συνέχεια ανάμεσα στη ρώσικη επανάσταση και στα σταλινικά καθεστώτα που ακολούθησαν και εξηγεί τις «διαστρεβλώσεις» του «υπαρκτού σοσιαλισμού» ως μια αυξανόμενη σειρά λαθών ή (και) προδοσιών των ηγεσιών που οδήγησαν αυτά τα καθεστώτα μέχρι την κατάρρευση. Από την άλλη, η βασική επιχειρηματολογία των απολογητών του καπιταλισμού αποδέχεται επίσης τη συνέχεια του «υπαρκτού σοσιαλισμού» από τον Λένιν μέχρι τον… Γκορμπατσόφ, με τη διαφορά ότι αντιμετωπίζει ως βασικό λάθος την ίδια τη ρώσικη επανάσταση και τον μπολσεβικισμό. Με άλλα λόγια, προπαγανδίζει ότι κάθε επανάσταση είναι καταδικασμένη να οδηγήσει στον ολοκληρωτισμό και στην κατάρρευση. Προφανής σκοπός αυτής της προπαγάνδας είναι μας πείσει ότι κανένας «άλλος κόσμος» δεν είναι εφικτός και το μόνο ρεαλιστικό και δημοκρατικό σύστημα είναι ο καπιταλισμός. Κοινό στοιχείο αυτών των προσεγγίσεων είναι μια ιδεαλιστική προσέγγιση της ιστορίας (οι ιδέες των ηγετών διαμορφώνουν την ιστορία) και μια αντίληψη για το σοσιαλισμό ως ένα σύστημα που χτίζεται από τα πάνω, όπως και ο καπιταλισμός.

Πώς τίθεται το ζήτημα

Το παρόν άρθρο δεν φιλοδοξεί να ανασκευάσει την τεράστια γκάμα των θεωριών που αναπτύχθηκαν ως κριτική στη ρώσικη επανάσταση και στα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Φιλοδοξεί όμως να κάνει μια ανάλυση της επανάστασης, της συνέχειάς της και της ανατροπής της, στηριγμένη στη μαρξιστική μεθοδολογία και στα πραγματικά ιστορικά γεγονότα εκείνων των χρόνων. Γι’ αυτό είναι αναγκαίο προτού μπούμε στα συγκεκριμένα γεγονότα των θυελλωδών πρώτων χρόνων της επανάστασης να θυμίσουμε μερικά βασικά μαρξιστικά κριτήρια με τα οποία μπορούμε να προσεγγίσουμε τη Ρώσικη επανάσταση.

1) Για να κατανοήσουμε κάθε μεγάλο ιστορικό και πολιτικό γεγονός πρέπει να ξεκινήσουμε από την υλική βάση της κοινωνίας, πρέπει να ξεκινήσουμε από την οικονομία. Αυτό δεν σημαίνει ότι η οικονομία διαμορφώνει την ιστορία. Οι άνθρωποι διαμορφώνουν την ιστορία. Σημαίνει όμως ότι:

Οι άνθρωποι δημιουργούν την ίδια τους την ιστορία, τη δημιουργούν όμως όχι όπως τους αρέσει, όχι κάτω από συνθήκες που επέλεξαν οι ίδιοι, αλλά κάτω από συνθήκες ήδη υπαρκτές, που τους δόθηκαν και τους κληροδοτήθηκαν από το παρελθόν (1).

2) Ο σοσιαλισμός για τον Μαρξ δεν είναι η κατάληψη της εξουσίας από κάποια «σοσιαλιστική» ελίτ και η εφαρμογή του σοσιαλισμού από τα πάνω, αλλά αντίθετα είναι ο άμεσος έλεγχος της οικονομίας και της κοινωνίας από την εργατική τάξη. Όπως χαρακτηριστικά επαναλάμβανε ο Μαρξ, «η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας».

3) Για να γίνει αυτό, η εργατική τάξη θα χρειαστεί μια νέα μορφή κράτους χτισμένου από τα κάτω, ενός «κράτους-μη κράτους», το οποίο θα έχει στόχο να «καταπιέσει τους καταπιεστές» και θα απονεκρώνεται όσο οι κοινωνικές ανισότητες και οι ταξικές αντιθέσεις εξαφανίζονται. Η πολιτική εξουσία, έλεγε ο Μαρξ, είναι «η οργανωμένη βία μιας τάξης για την καταπίεση μιας άλλης». Η κατάληψη της εξουσίας από τους εργάτες είναι εφικτή μόνο με την καταστροφή της αστικής εξουσίας και του παλιού ιεραρχικού κρατικού μηχανισμού ώστε να «μη μείνει πέτρα πάνω στην πέτρα» (2) και το χτίσιμο ενός καινούριου κρατικού μηχανισμού από τα κάτω, όπου «κάθε μαγείρισσα να μπορεί να κυβερνάει», όπως το έθετε ο Λένιν.

4) Η επαναστατική ηγεσία είναι απαραίτητη για να μπορέσει να συνενώσει την εργατική τάξη και όλο τον επαναστατημένο λαό σε μια ενιαία πολιτική δύναμη ικανή να ανατρέψει το παλιό καθεστώς και να αρχίσει να χτίζει ένα καινούριο. Ένα επαναστατικό κόμμα που αξίζει το όνομά του μπορεί να κάνει τη διαφορά ανάμεσα στη νίκη και στην ήττα της επανάστασης. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορεί να υποκαταστήσει την εργατική τάξη, δεν μπορεί να κάνει την επανάσταση “πραξικοπηματικά” επειδή έτσι θέλει, όπως θέλει και όποτε θέλει.

5) Όπως δεν μπορεί να «διαφθαρεί εκ των έσω» ο καπιταλισμός και να μεταρρυθμιστεί σε σοσιαλισμό, έτσι δεν μπορεί μια νικηφόρα επανάσταση να «διαφθαρεί από την εξουσία» και να οδηγήσει με σταδιακό μεταρρυθμιστικό τρόπο σε μια νέα καταπιεστική κοινωνία. Όταν οι ένοπλοι εργάτες χτίσουν το δικό τους κράτος, κανένα «λάθος» και κανένα «κόλπο» της ηγεσίας δεν μπορεί να κοροϊδέψει ή να αναγκάσει τα εκατομμύρια του ένοπλου λαού να παρατήσουν τα όπλα και να ξαναμπούν στον ζυγό της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης.

6) Δεν υπάρχει «εθνικός δρόμος» για το σοσιαλισμό, ούτε «μπορεί ο σοσιαλισμός να χτιστεί σε μια μόνη χώρα». Ο διεθνισμός είναι αναπόσπαστο στοιχείο του σοσιαλισμού, αφού η καπιταλιστική οικονομία στηρίζεται στη διεθνοποίηση και την παγκόσμια αλληλεξάρτηση και αναπόφευκτα η οικοδόμηση μιας σοσιαλιστικής οικονομίας και κοινωνίας έχει διεθνή χαρακτήρα. Το πότε και πως ξεσπάει μια επανάσταση επηρεάζεται σαφώς από τις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας. Η σοσιαλιστική επανάσταση επίσης προφανώς δεν μπορεί να ξεσπάσει παντού ταυτόχρονα. Όμως η οικονομική βάση και η ιστορική εποχή που κάνει τις σοσιαλιστικές επαναστάσεις εφικτές στις διάφορες χώρες, προετοιμάζεται σε διεθνή κλίμακα. Γι’ αυτό αναπόφευκτα και ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να είναι σε «ειρηνική συνύπαρξη» με τον καπιταλισμό, δεν μπορεί να νικήσει οριστικά και να αναπτυχθεί παρά μόνο σε διεθνή κλίμακα και κυρίως με την κατάκτηση της εξουσίας από τους εργάτες στις μεγάλες καπιταλιστικές χώρες. Αυτό ήταν κοινός τόπος για τους επαναστάτες από την εποχή του Μαρξ. Πολύ περισσότερο οι μπολσεβίκοι που ηγήθηκαν της Ρώσικης επανάστασης είχαν πλήρη συνείδηση ότι χωρίς την βοήθεια της εργατικής επανάστασης στη Δύση δεν θα μπορούσαν να σταθεροποιήσουν και να οδηγήσουν στην τελική νίκη την επανάσταση και το σοσιαλισμό στη Ρωσία.

thumb_ΚΕΡΕΝΣΚΙ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1917 ΜΟΣΧΑΜε αυτά τα κριτήρια μπορούμε να προσεγγίσουμε πραγματικά υλιστικά και μαρξιστικά τη ρώσικη επανάσταση και τη συνέχειά της, με αυτά τα κριτήρια μπορούμε να δούμε πότε, πώς και γιατί ο σοσιαλισμός ηττήθηκε στη Ρωσία. Θα εξηγήσουμε ότι οι μπολσεβίκοι δεν ήταν «αιθεροβάμονες», έκαναν ό,τι ήταν εφικτό -αλλά και απόλυτα αναγκαίο- με βάση τις δοσμένες συνθήκες της εποχής. Δεν υποκατέστησαν την εργατική τάξη ούτε τους “διέφθειρε η εξουσία”. Αντίθετα ηγήθηκαν του μεγαλύτερου απελευθερωτικού ξεσηκωμού που όμοιό του δεν έχει ξαναδεί η ανθρώπινη ιστορία. Οι εργάτες δεν έχασαν την εξουσία εξαιτίας των λαθών ή της «δολιότητας» των μπολσεβίκων αλλά αντίθετα πρώτα και κύρια γιατί η Ρώσικη επανάσταση έμεινε απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο, μετά την ήττα των επαναστάσεων στις άλλες χώρες. Θα δείξουμε ότι ο σταλινισμός δεν ήταν η συνέχεια της επανάστασης αλλά η πιο αιματοβαμμένη αντεπανάσταση και η πλήρης ανατροπή του μπολσεβικισμού και του μαρξισμού. Θα δείξουμε τέλος ότι η ήττα δεν ήταν αναπόφευκτη αλλά -όπως σε κάθε σταυροδρόμι της ιστορίας- η τελική έκβαση ήταν ανοιχτή. Η ρώσικη επανάσταση, η αρχική της νίκη και η τελική της ήττα δεν κρίθηκαν από «σιδερένιες νομοτέλειες» και από την μοίρα αλλά από τη δράση των ζωντανών ανθρώπων, πάντα με βάση τις δυνατότητες που επέτρεπε η εποχή τους. Ότι μέχρι το τέλος, η σταλινική αντεπανάσταση δεν ήταν μοιραία αλλά υπήρχε κι άλλος δρόμος, υπήρχε η δυνατότητα της νίκης του διεθνούς σοσιαλισμού.

Οκτώβρης: Η σοσιαλιστική επανάσταση μόνη διέξοδος

Τον Φλεβάρη του 1917, οι εργάτες και οι στρατιώτες της Πετρούπολης σε μια αυθόρμητη εξέγερση ανέτρεψαν τον Τσάρο, οδηγούμενοι από τα αιτήματα για ψωμί, ειρήνη, ελευθερία. Η επανάσταση του Φλεβάρη του 1917, δεν ήταν μια ρώσικη «ιδιαιτερότητα». Οι αιτίες που οδήγησαν στην επανάσταση ήταν οι ίδιες υλικές και πολιτικές αιτίες που οδήγησαν στην επανάσταση στη Γερμανία, την πιο ανεπτυγμένη χώρα της Ευρώπης, ενάμισι χρόνο αργότερα, τον Νοέμβρη του 1918. Ο παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος και η γενική οικονομική καταστροφή που τον συνόδευε, οι απίστευτες θυσίες σε αίμα για τους εργάτες και τους αγρότες, είχαν οδηγήσει σε αναβρασμό τις καταπιεζόμενες τάξεις σε όλες τις χώρες. Στην επανάσταση του 1905, ο αγροτικός στην πλειοψηφία του στρατός ακολούθησε τις διαταγές των αξιωματικών του και συνέτριψε την εργατική εξέγερση στις πόλεις. Αντίθετα, το 1917, οι στρατιώτες συντάχτηκαν με τους εργάτες από την πρώτη στιγμή ενάντια στο καθεστώς. Ήταν το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα των αλλαγών που είχε επιφέρει ο παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος, ήταν δείγμα ότι η Ρωσία και η επανάστασή της ήταν μέρος του παγκόσμιου διλήμματος που υψωνόταν μπροστά σε όλη την ανθρωπότητα: «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» όπως το έθετε η Ρόζα Λούξεμπουργκ.

Η άρχουσα τάξη και η κυβέρνηση δεν ήθελε να δώσει ούτε ψωμί, ούτε ειρήνη, ούτε γη, ούτε ελευθερία. Δεν ήθελαν ούτε καν να θεσπίσουν ένα δημοκρατικό σύνταγμα και ανέβαλαν συνεχώς τις εκλογές για Συντακτική Συνέλευση. Η αστική τάξη και οι γαιοκτήμονες πίστευαν ότι μόνο η κήρυξη στρατιωτικού νόμου θα μπορούσε να βάλει σε «τάξη» τους επαναστατημένους εργάτες και αγρότες και να επαναφέρει την πειθαρχία στο στρατό. Μόνο η εξουσία των εργατών θα μπορούσε να ικανοποιήσει τα στοιχειώδη αιτήματα των μαζών και να γλιτώσει την επανάσταση από ένα αιματοβαμμένο αντεπαναστατικό πραξικόπημα. Το σύνθημα «όλη η εξουσία στα σοβιέτ» που έριξαν οι μπολσεβίκοι τον Απρίλη του 1917, ήταν η μόνη διέξοδος για τους εργάτες και τους αγρότες από την καταστροφή στην οποία οδηγούσε η διατήρηση της καπιταλιστικής εξουσίας.

thumb_ΤΡΟΤΣΚΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣΤο κράτος των σοβιέτ σήμανε την πλήρη ανατροπή του παλιού αστικού καθεστώτος. Ήταν το κράτος εκατομμυρίων ενόπλων εργατών, στρατιωτών και αγροτών χτισμένο από τα κάτω προς τα πάνω. Με την ηγεσία των μπολσεβίκων, αυτό το κράτος άρχισε να παίρνει αμέσως όλα τα στοιχειώδη μέτρα που απαιτούσαν οι ανάγκες των μαζών. Η νέα εξουσία επίταξε τις αποθήκες τροφίμων για να μπορεί να τραφεί ο πληθυσμός, επίταξε τα πολυτελή κτίρια του προηγούμενου καθεστώτος, τα ξενοδοχεία και τα σπίτια των πλουσίων ώστε να βελτιώσει το ζήτημα στέγασης των φτωχών οικογενειών, άρχισε η προσπάθεια για εργατικό έλεγχο και αναδιοργάνωση της βιομηχανίας με στόχο την παραγωγή αγαθών πρώτης ανάγκης, άρχισαν οι ανατρεπτικές αλλαγές στην εκπαίδευση ώστε να μπορούν να μορφωθούν όλοι. Η σοβιετική κυβέρνηση διακήρυξε την μονομερή αποχώρησή της από τον πόλεμο, έδωσε τη γη στους αγρότες και νομιμοποίησε τις καταλήψεις των αγροκτημάτων των γαιοκτημόνων, διακήρυξε την πρόθεσή της να δώσει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε όλους του καταπιεσμένους λαούς της Ρώσικης αυτοκρατορίας.
Η εξάπλωση της επανάστασης διεθνώς ήταν επίσης επίκαιρη και αναγκαία. Το 1918 ξέσπασε η επανάσταση στη Γερμανία και το 1923 το ΚΚ βρέθηκε στα πρόθυρα της εξουσίας, το 1919 μια σοβιετική κυβέρνηση πήρε την εξουσία στην Ουγγαρία για λίγους μήνες, στην Ιταλία είχαμε το κίνημα των καταλήψεων των εργοστασίων και των εργατικών συμβουλίων τη διετία 1919-20. Αλλά και μετά το πρώτο κύμα, ακολούθησε η γενική απεργία στην Αγγλία το 1926, η επανάσταση στην Κίνα το 1927, το δίλημμα εργατική εξουσία ή φασισμός ξανά στη Γερμανία το 1932, οι καταλήψεις των εργοστασίων και η εργατική εξέγερση στη Γαλλία την περίοδο 1934-36, ο εμφύλιος και η Ισπανική επανάσταση το 1936-37. Η ιστορία επιβεβαίωσε απόλυτα τους επαναστάτες μαρξιστές και η Ρώσικη επανάσταση θα μπορούσε πράγματι να βγει τελικά νικηφόρα μαζί με τη νίκη του διεθνούς σοσιαλισμού. Η βοήθεια από το εξωτερικό δεν ήρθε γρήγορα, κυρίως λόγω ανωριμότητας των νεαρών ΚΚ να οδηγήσουν στη νίκη όπως το έμπειρο μπολσεβίκικο κόμμα. Η συνεπακόλουθη παρατεταμένη απομόνωση της επανάστασης στη Ρωσία θα είχε καταστροφικές συνέπειες, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Εξουσία των σοβιέτ: οι αντιφάσεις της συμμαχίας εργατών-αγροτών

* Το ζήτημα της αγροτιάς
Το ζήτημα της αγροτιάς στη Ρωσία των αρχών του 20ού αιώνα δεν μπορεί να προσεγγιστεί με τον ίδιο τρόπο όπως σήμερα. Σήμερα ο γεωργικός τομέας της οικονομίας στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες αποτελεί ένα πολύ μικρό μέρος της συνολικής οικονομίας. Επιπλέον, στηρίζεται σε τεράστιες φάρμες, στην ένταση και στην εκβιομηχάνιση της γεωργίας και στην ύπαρξη ενός μαζικού προλεταριάτου εργατών γης. Στην Ελλάδα, αν και η μικροϊδιοκτησία είναι ακόμα διαδεδομένη, η συγκεντροποίηση και η ύπαρξη μαζικού κομματιού εργατών γης είναι μια πραγματικότητα. Ακόμα και σε χώρες όπως της Λατινικής Αμερικής, όπου το πρόβλημα των ακτημόνων είναι μεγάλο, ο καπιταλιστικός τομέας είναι ο βασικός τομέας της οικονομίας. Στη Ρωσία του 1917 η αγροτική οικονομία και το μέγεθος της αγροτιάς όχι μόνο ήταν τεράστια, αλλά επιπλέον ο αγροτικός τομέας είχε κυρίαρχα φεουδαρχικά χαρακτηριστικά. Οι αγρότες ήταν στη συντριπτική τους πλειονότητα κολίγοι και όχι εργάτες γης. Αντί για κοινωνικοποίηση μιας βιομηχανοποιημένης γεωργίας, είτε άμεσα είτε σταδιακά μέσω των συνεταιρισμών, η μόνη δυνατή προοπτική για την επαναστατική σύγκρουση στην ύπαιθρο ήταν η κατάληψη της γης των τσιφλικάδων από τους κολίγους και η αναδιανομή της. Αυτό που μπορούσε να γίνει άμεσα δεν ήταν η σοσιαλιστικοποίηση της γεωργίας αλλά η καπιταλιστικοποίησή της και η δημιουργία μιας μαζικής τάξης νέων μικροϊδιοκτητών. 

Η σοβιετική εξουσία έκανε ότι ήταν δυνατόν να γίνει για την άμεση βελτίωση της ζωής των καταπιεσμένων. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούσε να κάνει θαύματα. Η οικονομική καθυστέρηση της Ρωσίας που είχε επιδεινωθεί δραματικά από τρία χρόνια πολέμου δεν μπορούσε να ξεπεραστεί διά μαγείας. Το ίδιο το κράτος των σοβιέτ κουβαλούσε από την αρχή του τη μεγάλη αντίφαση που διαπερνούσε τη ρωσική κοινωνία, δηλαδή την τεράστια πλειοψηφία της αγροτιάς* στον πληθυσμό. Ο Τρότσκι έγραφε:

Για να γίνει πραγματικότητα η εξουσία των σοβιέτ χρειάστηκε να συμβαδίσουν και να αλληλοεπιδράσουν δύο παράγοντες που ανήκουν σε τελείως διαφορετικά ιστορικά γένη: ένας αγροτικός πόλεμος, που είναι ένα κίνημα χαρακτηριστικό της αυγής του καπιταλισμού, και μια προλεταριακή εξέγερση, που σηματοδοτεί την παρακμή του (3).

Μια πρώτη ένδειξη αυτής της αντίφασης ήταν οι εκλογές για συντακτική συνέλευση που οργάνωσε το νέο σοβιετικό καθεστώς λίγο μετά την κατάληψη της εξουσίας. Παρά το σκεπτικισμό του Λένιν ότι η συντακτική συνέλευση θα είναι βήμα προς τα πίσω σε σύγκριση με την εξουσία των σοβιέτ, η μπολσεβίκικη κυβέρνηση αποφάσισε να οργανώσει τις εκλογές, και μάλιστα εσπευσμένα, για να δείξει ότι η κριτική που έκανε στην προηγούμενη κυβέρνηση ήταν ειλικρινής. Οι εκλογές αυτές έγιναν με τους παλιούς εκλογικούς καταλόγους και με το παλιό εκλογικό σύστημα (π.χ., χωρίς δικαίωμα ψήφου των νέων από την ηλικία των 18). Συμμετείχε όλος ο πληθυσμός και όχι μόνο οι συμμετέχοντες στα σοβιέτ που ήταν η πρωτοπορία της επανάστασης. Στις εκλογές αυτές οι μπολσεβίκοι συγκέντρωσαν το 25% (9.844.637 ψήφους σε σύνολο περίπου 40 εκατομμυρίων). Κέρδισαν 175 έδρες στη βουλή και μαζί με τους αριστερούς εσέρους (40 έδρες) αποτελούσαν τη μειοψηφία. Κερδισμένοι ήταν οι δεξιοί εσέροι με 15 εκατομμύρια ψήφους και 370 έδρες στη βουλή, σε σύνολο 707. Όμως η κατανομή των ψήφων είχε τεράστιες ανισομέρειες. Στην Πετρούπολη και στη Μόσχα οι μπολσεβίκοι είχαν τετραπλάσιες ψήφους από τους εσέρους και ήταν συντριπτική πλειοψηφία. Στους στρατιώτες των εξεγερμένων μετώπων του πολέμου οι μπολσεβίκοι επίσης κυριαρχούσαν συντριπτικά. Στο δυτικό μέτωπο οι μπολσεβίκοι κέρδισαν 653.430 ψήφους σε σύνολο 976.000 ψήφων. Αθροιστικά στο βόρειο και το δυτικό μέτωπο, οι μπολσεβίκοι ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο ψήφους ενώ οι εσέροι είχαν μόνο 420.000 (4). Αντίθετα, όσο πιο μακριά από τις πόλεις και τα πολεμικά μέτωπα βρίσκονταν οι εκλογικές περιφέρειες τόσο πιο πολύ η παλιά αίγλη των εσέρων ως το κόμμα των αγροτών κυριαρχούσε και κέρδιζε την πλειοψηφία.

thumb_ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΦΛΕΒΑΡΗ ΡΩΣΙΑ 1917Το δεξιό κόμμα των καντέτων συντρίφτηκε στις εκλογές κερδίζοντας μόνο 17 έδρες. Όμως οι κάθε είδους αντεπαναστάτες, που πριν αρνούνταν τις εκλογές, τώρα αρπάχτηκαν από την πλειοψηφία των εσέρων στη συντακτική συνέλευση για να υπονομεύσουν την εξουσία των σοβιέτ. Οι αγρότες που ψήφισαν τους εσέρους ήταν μακριά από τις κρίσιμες μάχες στις πόλεις και στα πολεμικά μέτωπα, δεν είχαν ιδέα ότι το κόμμα των εσέρων στήριξε την αστική κυβέρνηση που αρνούνταν το μοίρασμα της γης των γαιοκτημόνων στους αγρότες. Η συντακτική συνέλευση αντιπροσώπευε «το χτες της επανάστασης». Η σοβιετική κυβέρνηση δεν είχε άλλη επιλογή από το να τη διαλύσει. Οι εργάτες και οι αγρότες δεν αντέδρασαν σε αυτή την απόφαση, αλλά αντίθετα υπεράσπισαν τη σοβιετική κυβέρνηση. Όμως η διάλυση της συντακτικής συνέλευσης ήταν ένα ξεκάθαρο δείγμα των αντιφάσεων που διαπερνούσαν το σοβιετικό κράτος λόγω του τεράστιου μεγέθους της αγροτιάς.

Ο Κρις Χάρμαν περιγράφει τις συνέπειες αυτής της αντίφασης:

Η εξέγερση στις πόλεις δεν θα είχε πετύχει χωρίς τη συμμετοχή του -κατά πλειοψηφία αγροτικού- στρατού. Ούτε οι αγρότες θα ξεκινούσαν ένα νικηφόρο αγώνα αν δεν καθοδηγούνταν από μια συγκεντροποιημένη δύναμη έξω απ’ αυτούς, τέτοια που να τους δίνει συνοχή. Στη Ρωσία του 1917 η μόνη τέτοια δύναμη ήταν η οργανωμένη εργατική τάξη. Αυτή ακριβώς η ικανότητα να τραβήξει τους αγρότες πίσω της την κρίσιμη στιγμή ήταν που έκανε δυνατή για την εργατική τάξη την κατάληψη της εξουσίας στις πόλεις.

Οι περιουσίες της αστικής τάξης και των γαιοκτημόνων συμμάχων της απαλλοτριώθηκαν. Αλλά οι τάξεις που πραγματοποίησαν αυτή την απαλλοτρίωση δεν είχαν πια κανένα κοινό συμφέρον, ξεκάθαρο και μακροπρόθεσμο. Στις πόλεις υπήρχε μια τάξη, που η ίδια της η ύπαρξη εξαρτιόταν από τη συλλογική δραστηριότητα. Στην ύπαιθρο υπήρχε μια τάξη, που τα μέλη της τα ίδια δεν ενώθηκαν μεταξύ τους παρά μόνο για μια στιγμή, για ν’ αρπάξουν τη γη που από κει και πέρα θα καλλιεργούσαν ατομικά. Όταν η κατάληψη της γης και η κατοχύρωση της κατάληψης ολοκληρώθηκε, μόνο εξωτερικές πιέσεις τους έδεναν με κάποιο κράτος.

Έτσι, η επανάσταση ήταν στην πραγματικότητα η δικτατορία των εργατών πάνω στις άλλες τάξεις των πόλεων (δηλαδή η κυριαρχία της πλειοψηφίας μέσα στα σοβιέτ -εργατικά συμβούλια- των μεγάλων πόλεων) και η δικτατορία των πόλεων πάνω στην ύπαιθρο. Κατά την πρώτη περίοδο του αναδασμού της γης αυτή η δικτατορία μπορούσε να βασίζεται στην υποστήριξη των αγροτών και όντως στηρίχτηκε από τους ένοπλους αγρότες, τους φαντάρους. Αργότερα, όμως, τι θα μπορούσε να συμβεί; (5).

Αυτό που θα μπορούσε να συμβεί είχε δυο εκδοχές: Αν η εργατική εξουσία των πόλεων είχε να προσφέρει βιομηχανικά αγαθά στους αγρότες (από τρακτέρ μέχρι καταναλωτικά προϊόντα) σε αντάλλαγμα για τα αγροτικά προϊόντα που είχαν ανάγκη οι πόλεις για να τραφούν, τότε θα μπορούσε να διατηρήσει ομαλές σχέσεις μαζί τους. Αν δεν είχε όμως, τότε η διάσπαση του μετώπου εργατών-αγροτών ήταν αναπόφευκτη στο μέλλον. Η πραγματικότητα ήταν κοντά στο δεύτερο σενάριο. Η οικονομία των πόλεων ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση για να μπορεί να προσφέρει σημαντικά οφέλη στην ύπαιθρο.

Τα προβλήματα της οικονομικής καθυστέρησης και της αποκλίνουσας πορείας των συμφερόντων των εργατών και των αγροτών δεν μπορούσαν να λυθούν μόνο με τα μέσα της Ρωσίας εκείνης της εποχής. Μπορούσαν να ξεπεραστούν μόνο με την οικονομική και πολιτική βοήθεια των εργατών των ανεπτυγμένων χωρών. Όσο η επανάσταση στη Δύση καθυστερούσε τόσο πιο μεγάλα προβλήματα είχε να αντιμετωπίσει η νέα σοβιετική εξουσία.

Εμφύλιος πόλεμος, ιμπεριαλιστική επέμβαση, οικονομικός αποκλεισμός

Ακόμα και αν οι καπιταλιστές άφηναν στην «ησυχία» της τη ρωσική επανάσταση, η μόνη προοπτική για το ξεπέρασμα των οικονομικών δυσκολιών ήταν η επέκτασή της διεθνώς. Αυτό δεν σήμαινε ότι οι μπολσεβίκοι περίμεναν μοιρολατρικά τη σωτηρία από το εξωτερικό. Η υπεράσπιση της επανάστασης στη Ρωσία με κάθε μέσο, ήταν αξεδιάλυτο καθήκον με την προσπάθεια επέκτασής της διεθνώς. Από την αρχή σχεδόν, ξεκίνησε η μάχη ενάντια σε μια διεθνή και ντόπια πολεμική επίθεση για τη συντριβή της επανάστασης. Στις 3 Μάρτη του 1918, η σοβιετική κυβέρνηση είχε υπογράψει τη συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ με τη Γερμανία, η οποία συνέχιζε τον πόλεμο ενάντια στη Ρωσία αγνοώντας τη μονομερή ανακωχή του σοβιετικού κράτους. Ήταν μια λεόντειος αλλά υποχρεωτική ειρήνη: αντί για τερματισμό του πολέμου «χωρίς αποζημιώσεις και προσαρτήσεις», όπως ήταν ο διακηρυγμένος στόχος των μπολσεβίκων, η συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ παρέδιδε «γη και ύδωρ» στο γερμανικό ιμπεριαλισμό. Προτού περάσουν δύο μήνες, ξεκίνησε ο εμφύλιος πόλεμος από δυνάμεις του παλιού τσαρικού καθεστώτος με τη βοήθεια των δυνάμεων της ΑΝΤΑΤ (Αγγλία, Γαλλία κ.λπ.). Βοήθεια όχι απλώς σε χρήματα και όπλα προς τα αντεπαναστατικά στρατεύματα, αλλά και με την άμεση συμμετοχή στρατιωτικών δυνάμεων από 14 χώρες στο πλευρό τους (ανάμεσά τους και ένα εκστρατευτικό σώμα που έστειλε ο «εθνάρχης» Βενιζέλος στο μέτωπο της Κριμαίας).

Οι στρατηγοί και οι αριστοκράτες του προηγούμενου καθεστώτος, με τη συνεργασία συχνά κάποιων τμημάτων των εσέρων και των μενσεβίκων, άρχιζαν να οργανώνουν στρατούς και ανταρσίες στις περιοχές όπου η επανάσταση ήταν καθυστερημένη, όπου η δημιουργία σοβιέτ και η εξέγερση των χωρικών ήταν σε εμβρυακή ακόμα κατάσταση ή και ανύπαρκτες. Η τραγική ειρωνεία είναι ότι η πλειοψηφία των επικεφαλής των αντεπαναστατικών στρατευμάτων είχαν συλληφθεί στη διάρκεια του Οκτώβρη αλλά η σοβιετική εξουσία τους είχε αφήσει ελεύθερους, αφού έδωσαν το… λόγο της τιμής τους ότι δεν θα στραφούν ενάντια στην επανάσταση. Όπως σημείωνε λίγα χρόνια αργότερα ο Βικτόρ Σερζ:

Ανόητη επιείκεια! Αυτοί οι ευέλπιδες, αυτοί οι αξιωματικοί, αυτοί οι στρατιωτικοί σπουδαστές, αυτοί οι σοσιαλιστές της αντεπανάστασης, διασκορπίστηκαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ρωσίας και εκεί οργάνωσαν τον εμφύλιο πόλεμο. Η επανάσταση θα τους ξανασυναντούσε στο Γιάροσλαβ, στο Ντον, στο Καζάν, στην Κριμαία, στη Σιβηρία και σε κάθε συνωμοσία στα μετόπισθεν (6).

Δίπλα στον εμφύλιο πόλεμο και στους ξένους στρατούς που είχαν εισβάλει στη Ρωσία, η επανάσταση είχε να αντιμετωπίσει επιπλέον τον πλήρη οικονομικό αποκλεισμό από τις καπιταλιστικές χώρες. Αυτό είχε τεράστιες συνέπειες στην ήδη μισοκατεστραμμένη βιομηχανική παραγωγή, αφού η έλλειψη πρώτων υλών, καυσίμων και ανταλλακτικών σήμαινε ότι ακόμα περισσότερα τμήματα και εργοστάσια ολόκληρα έβγαιναν εκτός λειτουργίας όσο περνούσε ο χρόνος.

thumb_ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΙΑ ΜΠΡΕΣΤ ΛΙΤΟΦΣΚΟ εμφύλιος πόλεμος, οι επεμβάσεις των ξένων στρατών και ο οικονομικός αποκλεισμός διήρκεσαν τρία χρόνια. Υπήρξαν στιγμές που το σοβιετικό κράτος έλεγχε μόνο τις περιοχές γύρω από την Πετρούπολη και τη Μόσχα.
Σε κάποια στιγμή, τον Οκτώβρη του 1919, η κατάσταση ήταν τόσο άσχημη, που ο Λένιν πρότεινε να εγκαταλειφθεί η Πετρούπολη ώστε να σωθούν τουλάχιστον η Μόσχα και οι βιομηχανικές περιοχές του νότου. Ο Τρότσκι, αρχηγός του Κόκκινου Στρατού τότε, αντιτάχτηκε σε αυτή την άποψη. Μετά από μια έντονη διαμάχη στην ηγεσία των μπολσεβίκων πλειοψήφησε η άποψη του Τρότσκι, ο οποίος έφυγε αμέσως για την Πετρούπολη ώστε να οργανώσει την άμυνα της πόλης. Ο στρατηγός Γιουντένιτς των Λευκών, με τη βοήθεια του τελευταίας τεχνολογίας εξοπλισμού από τους Άγγλους αλλά και με την άμεση στήριξη του αγγλικού πολεμικού ναυτικού, έφτασε σε απόσταση αναπνοής από την Πετρούπολη. Τα τηλεγραφήματα και τα δημοσιεύματα των δυτικών μέσων ενημέρωσης θριαμβολογούσαν ήδη για την πτώση της «κόκκινης Πετρούπολης».
Χρειάστηκαν απίστευτες θυσίες -το γενικό επιτελείο των Λευκών έγραφε για την «ηρωική τρέλα» των κόκκινων (7)-, αλλά η Πετρούπολη σώθηκε, ο Κόκκινος Στρατός πέρασε στην αντεπίθεση και έτρεψε σε άτακτη φυγή τους Λευκούς.
Μετά από τρία χρόνια πολέμου, ο Κόκκινος Στρατός νίκησε, τα στρατεύματα των Λευκών συντρίφτηκαν και τα ξένα στρατεύματα αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν.

Όμως ήταν μια πύρρειος νίκη. Ο πόλεμος και ο οικονομικός αποκλεισμός είχαν τεράστιο κόστος σε ανθρώπους, σε οικονομική καταστροφή, στο ίδιο το σοβιετικό κράτος. Οι νικητές στέκονταν κυριολεκτικά πάνω σε κοινωνικά και οικονομικά ερείπια.
Η βιομηχανική παραγωγή είχε μειωθεί στο 18% της αντίστοιχης του 1917. Ο συνολικός αριθμός των εργατών είχε μειωθεί στο 43% της προηγούμενης αριθμητικής δύναμής της. Σε απόλυτους αριθμούς, ο αριθμός των βιομηχανικών εργατών έπεσε από 3 εκατομμύρια το 1917 σε 1.243.000 το 1921-22. Στην Πετρούπολη, που ήταν η πρωτοπορία της επανάστασης, οι βιομηχανικοί εργάτες μειώθηκαν ραγδαία από 400.000 το 1917 σε 71.575 τον Απρίλη του 1918! Όποια βιομηχανική παραγωγή και όσα τρόφιμα ήταν διαθέσιμα κατευθύνονταν σχεδόν αποκλειστικά στην πολεμική προσπάθεια. Έτσι, παράλληλα με τον πόλεμο, το αποτέλεσμα ήταν ο λιμός και οι ασθένειες. Οι νεκροί του Κόκκινου Στρατού ξεπερνούσαν το ένα εκατομμύριο. Οι νεκροί συνολικά της περιόδου 1918-21 πλησίαζαν τα 9 εκατομμύρια. Μόνο το 1920 ένα εκατομμύριο άνθρωποι πέθαναν από τύφο. Η εγκατάλειψη των πόλεων λόγω της πείνας πήρε τεράστιες διαστάσεις. Το φθινόπωρο του 1920 ο πληθυσμός 40 επαρχιακών πρωτευουσών είχε μειωθεί κατά 33% σε σύγκριση με το 1917. Ο πληθυσμός της Πετρούπολης και της Μόσχας είχε μειωθεί στο 42,5% και στο 55,5% αντίστοιχα σε σύγκριση με το 1917 (8).

Η νίκη στον εμφύλιο πόλεμο οφειλόταν πρώτα και κύρια σε πολιτικούς λόγους. Οι εργάτες και οι αγρότες υπεράσπισαν με αυτοθυσία τη σοβιετική εξουσία απέναντι σε έναν πολύ καλύτερα εξοπλισμένο εχθρό (γι’ αυτό άλλωστε οι Λευκοί είχαν πολύ μικρότερες απώλειες), που είχε επιπλέον στο πλάι του τη στρατιωτική βοήθεια των καπιταλιστικών χωρών. Οι αντεπαναστάτες έχασαν τον πόλεμο γιατί ποτέ δεν κατάφεραν να χτίσουν μια σημαντική λαϊκή υποστήριξη με το μέρος τους. Όμως, παρ’ όλη τη στρατιωτική ήττα τους, οι Λευκοί κατάφεραν ένα θανατηφόρο πολιτικό χτύπημα στην επανάσταση. Υποχρέωσαν τη σοβιετική εξουσία και την πρωτοπορία των εργατών, των στρατιωτών και των αγροτών που είχαν κάνει την επανάσταση να χάσουν σχεδόν όλο το «αίμα» τους. Από το εργατικό κράτος και την εξουσία των σοβιέτ του 1917 είχαν απομείνει πια μόνο ερείπια.

«Πολεμικός κομμουνισμός» και γραφειοκρατικοποίηση του κράτους

Μετά την επανάσταση του 1917 και την απαλλοτρίωση των βιομηχάνων οι μετοχές των μεγαλύτερων καπιταλιστικών επιχειρήσεων της Ρωσίας και τα χρεόγραφα του τσαρικού καθεστώτος συνέχισαν να βρίσκονται σε διαπραγμάτευση στα χρηματιστήρια της Δύσης, και μάλιστα ανέβαιναν κάθε φορά που η αντεπανάσταση έμοιαζε ότι πλησιάζει στη νίκη. Το φαιδρό αυτό παράδειγμα δείχνει χαρακτηριστικά ότι η εξουσία δεν βρίσκεται απλά στους τίτλους ιδιοκτησίας. Την εξουσία είτε την ασκείς είτε δεν την έχεις.
Οι εργάτες και τα σοβιέτ είχαν τυπικά την εξουσία στη Ρωσία στο τέλος του εμφύλιου πολέμου. Όμως οι εργάτες και τα σοβιέτ δεν ήταν σε θέση πια να κυβερνάνε την κοινωνία. Ο εμφύλιος πόλεμος και η πείνα κατέστρεψαν αυτή τη δυνατότητα και το εργατικό κράτος είχε εκφυλιστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ο κρατικός μηχανισμός είχε γίνει ξανά σε σημαντικό βαθμό ένας ιεραρχικός και γραφειοκρατικός μηχανισμός. Η μόνη ουσιαστική σχέση αυτού του μηχανισμού με το κράτος των σοβιέτ του 1917 ήταν το γεγονός ότι επικεφαλής του κράτους βρισκόταν το κόμμα της επανάστασης, το μπολσεβίκικο κόμμα.

Το πέρασμα από τη δικτατορία των εργατών στη δικτατορία των μπολσεβίκων δεν έγινε με μεταρρυθμιστικό και σταδιακό τρόπο, δεν έγινε επειδή το επεδίωξαν οι μπολσεβίκοι, δεν έγινε επειδή έκαναν λάθη ή επειδή κορόιδεψαν τους εργάτες γιατί «τους διέφθειρε η εξουσία». Ήταν το βίαιο χτύπημα του εμφύλιου πολέμου και της ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης που οδήγησε στην καταστροφή της πρωτοπορίας των εργατών και των στρατιωτών, που είχαν κάνει την επανάσταση και είχαν δημιουργήσει τα σοβιέτ και τη σοβιετική εξουσία.

Η καταστροφή οφειλόταν σε σημαντικό βαθμό στη φυσική εξόντωση αυτής της πρωτοπορίας τόσο στις πολεμικές συγκρούσεις όσο και από την πείνα και τις επιδημίες. Οι πρώτοι που έτρεξαν στο μέτωπο και έπεσαν νεκροί για να υπερασπίσουν την επανάσταση ήταν ο ανθός της. Ήταν οι εργάτες της Πετρούπολης και της Μόσχας, οι ναύτες της Κροστάνδης, οι στρατιώτες των επαναστατημένων συνταγμάτων του μετώπου.

Στη διάρκεια του 1917 και των πρώτων μηνών της επανάστασης, η εργατική πολιτοφυλακή και τα επαναστατικά συντάγματα εξέλεγαν επιτροπές πολιτικού ελέγχου των στρατιωτικών διοικητών, μερικές φορές εξέλεγαν και τους ίδιους τους στρατιωτικούς διοικητές. Η λογική του πολέμου επέβαλλε την ανάγκη τακτικού στρατού και την προτεραιότητα της στρατιωτικής αποτελεσματικότητας απέναντι στην επαναστατική αυτοκυβέρνηση. Την ώρα της μάχης η κατάληψη ενός λόφου, η επίθεση στο ένα μέτωπο και η υποχώρηση στο άλλο, όλες οι αποφάσεις τέτοιου είδους χρειάζονταν πολύ περισσότερο στρατιωτικές γνώσεις και ικανότητες από ό,τι πολιτικές απόψεις. Ο ρόλος των στρατιωτικών διοικητών υποχρεωτικά αναβαθμίστηκε. Η επαναστατική κυβέρνηση υποχρεώθηκε σταδιακά να επαναφέρει στο στράτευμα πολλούς αξιωματικούς του τσαρικού στρατού. Οι κομισάριοι (επίτροποι) τους οποίους διόριζαν τα σοβιέτ είχαν τον έλεγχο στα πολιτικά ζητήματα απέναντι στους στρατιωτικούς διοικητές. Όμως στις στρατιωτικές αποφάσεις ο λόγος των αξιωματικών μετρούσε. Η επαναστατική εξουσία είχε διαρκώς το πιστόλι στον κρόταφο των αξιωματικών και των οικογενειών τους σε περίπτωση που προδώσουν (χωρίς όμως να αποφεύγουν πάντα τις προδοσίες). Η επανάσταση συνέχιζε να έχει τον έλεγχο πάνω στους στρατιωτικούς ειδικούς, αλλά όχι όπως πριν. Οι εργάτες και οι αγρότες που πολεμούσαν στο μέτωπο ήταν αδύνατο ταυτόχρονα να κυβερνάνε τον εαυτό τους και πολύ περισσότερο την κοινωνία. Αλλά και πίσω στις πόλεις η κατάσταση ήταν εξίσου τραγική. Η καταστροφή της βιομηχανίας δεν σήμαινε μόνο τον υποδιπλασιασμό του αριθμού των εργατών:

thumb_ΛΕΝΙΝ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ ΟΚΤΩΒΡΗΣ 1918Για να κρατηθούν στη ζωή, οι εργάτες δεν μπορούσαν να αρκεστούν σ’ αυτά που εξασφάλιζε η συλλογική τους παραγωγή. Πολλοί κατέφυγαν στην άμεση ανταλλαγή των προϊόντων τους -ή ακόμα και κομματιών από τις μηχανές τους- με τρόφιμα που παρείχαν οι αγρότες.
Η ηγεμονική τάξη της επανάστασης δεν αποδεκατίστηκε απλά, αλλά και οι δεσμοί που ένωναν τα μέλη της βρίσκονταν σε κατάσταση αποσύνθεσης.

Το ίδιο το προσωπικό των εργοστασίων δεν ήταν αυτοί που συγκροτούσαν τον πυρήνα του επαναστατικού κινήματος το 1917. Οι πιο μαχητικοί εργάτες, πολύ φυσικά, είχαν πολεμήσει στην πρώτη γραμμή του εμφύλιου πολέμου και είχαν τεράστιες απώλειες. Αυτοί που επέζησαν ήταν απαραίτητοι όχι μόνο στα εργοστάσια, αλλά και ως στελέχη στο στρατό ή ως κομισάριοι, για να επιβλέπουν τη λειτουργία της κρατικής μηχανής. Τη θέση τους πήραν άπειροι και αγράμματοι αγρότες απ’ τα χωριά, χωρίς επαναστατικές παραδόσεις, χωρίς το όραμα του σοσιαλισμού (9).

Στη διάρκεια της επανάστασης και αμέσως μετά, στους χώρους δουλειάς και στους στρατώνες γίνονταν συζητήσεις, συνελεύσεις, εκλέγονταν αντιπρόσωποι. Όταν οι μάζες υποστήριζαν τους μενσεβίκους και τους σοσιαλεπαναστάτες, στα σοβιέτ κυριαρχούσαν οι ρεφορμιστές που στήριζαν την αστική κυβέρνηση. Όσο οι απόψεις των μαζών άλλαζαν τόσο άλλαζε και η σύνθεση των αντιπροσώπων που εξέλεγαν. Τα σοβιέτ που κατέλαβαν την εξουσία τον Οκτώβρη του 1917 αποτελούνταν στην πλειοψηφία τους από μπολσεβίκους και υποστηρικτές τους.

Αυτή η εργατική δημοκρατία και εξουσία εκφυλιζόταν με ραγδαίο τρόπο όσο ο πόλεμος κλιμακωνόταν. Τα σοβιέτ είχαν δημιουργηθεί μέσα από την επαναστατική αυτενέργεια της εργατικής τάξης. Χωρίς την επαναστατική αυτή τάξη που τα είχε δημιουργήσει, χωρίς τη συλλογικότητά της και την αυτενέργειά της, η εξουσία των σοβιέτ γινόταν ολοένα και περισσότερο κενό γράμμα. Οι πολιτικές συζητήσεις, οι συνελεύσεις και οι εκλογές αντιπροσώπων ατόνησαν με ραγδαίο ρυθμό. Αντί για αιρετοί και ανακλητοί ανά πάσα στιγμή, οι αντιπρόσωποι των εργατών στο σοβιετικό κράτος άρχισαν να γίνονται «μόνιμοι» ή να διορίζονται από το κόμμα.

Η αντίστροφη διαδικασία ατόνησε παράλληλα. Οι αποφάσεις των σοβιέτ είχαν ένα μηχανισμό εκατομμυρίων εργατών και στρατιωτών που τις υλοποιούσε με επαναστατική αποφασιστικότητα. Ο αποδεκατισμός και η παθητικοποίηση της όποιας εργατικής τάξης είχε απομείνει σήμαινε ότι αυτός ο μηχανισμός δεν λειτουργούσε πια. Αυτή η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στη βάση και στην ηγεσία της επανάστασης, ανάμεσα στο μπολσεβίκικο κόμμα και στην εργατική τάξη, είχε καταστραφεί. Οι κρατικές αποφάσεις για να εφαρμοστούν επέβαλλαν όλο και περισσότερο τον διοικητικό και γραφειοκρατικό τρόπο λειτουργίας του σοβιετικού κρατικού μηχανισμού. Και αυτήν τη δουλειά έφερνε σε πέρας ένας διαρκώς αυξανόμενος στρατός από γραφειοκράτες, προερχόμενος στη συντριπτική του πλειοψηφία από αξιωματούχους του παλιού καθεστώτος που οι μπολσεβίκοι υποχρεώνονταν να χρησιμοποιήσουν.

Η Κροστάνδη και
η Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ)

Ο σοσιαλιστικός σχεδιασμός της οικονομίας απαιτεί μια διαλεκτική σχέση συγκεντρωτισμού και αυτενέργειας, μια αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στους εργάτες στα εργοστάσια και στους αιρετούς-ανακλητούς αντιπροσώπους τους στα σοβιέτ, ώστε να αξιοποιηθούν ορθολογικά οι διαθέσιμοι πόροι της οικονομίας και να κατευθυνθούν στην ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών. Με τη δεδομένη οικονομική κατάσταση της Ρωσίας και την παραπέρα χειροτέρευσή της λόγω του εμφυλίου και του οικονομικού αποκλεισμού, οι μπολσεβίκοι είχαν ελάχιστα περιθώρια να εφαρμόσουν τέτοιου είδους σοσιαλιστικό σχεδιασμό στην πράξη.

Η οικονομική τους πολιτική φιλοδοξούσε καταρχήν να βάλει μια στοιχειώδη τάξη στο οικονομικό χάος. Πριν από την κλιμάκωση του εμφυλίου, ο Λένιν εισηγούνταν ότι η οικονομία θα βελτιωνόταν με τον «κρατικό καπιταλισμό», όπως τον ονόμαζε. Με παραχωρήσεις προνομίων, αφενός, στους καπιταλιστές και στους «ειδικούς» (στους μάνατζερ, όπως θα λέγαμε σήμερα) και ταυτόχρονα με τον έλεγχο του εργατικού κράτους πάνω σε αυτούς. Αυτή η προσπάθεια ναυάγησε από το σαμποτάζ των ίδιων των «μάνατζερ» από την αρχή, ενώ όσο κλιμακωνόταν ο εμφύλιος όλοι αυτοί μάζεψαν τις βαλίτσες τους και πέρασαν στις περιοχές που έλεγχαν οι Λευκοί αντεπαναστάτες. Η απάντηση σε αυτό το σαμποτάζ ήταν η κλιμακούμενη κρατικοποίηση των επιχειρήσεων, άλλοτε με αποφάσεις του σοβιετικού κράτους και συχνά με αποφάσεις των τοπικών σοβιέτ και των εργοστασιακών επιτροπών των επιχειρήσεων που εγκατέλειπαν οι ιδιοκτήτες τους ή οι διευθυντές τους. Στην περίοδο του πολεμικού κομμουνισμού, η οικονομία στις πόλεις κρατικοποιήθηκε σχεδόν ολοκληρωτικά, ενώ ο όποιος σχεδιασμός αποσκοπούσε σε ένα μόνο στόχο υποχρεωτικά: να αξιοποιήσει τους όποιους οικονομικούς πόρους ήταν διαθέσιμοι για χάρη της πολεμικής προσπάθειας. Μπροστά στον εκφυλισμό της εξουσίας των σοβιέτ που προαναφέραμε, αυτό σήμαινε την προσπάθεια του κόμματος να ελέγξει την οικονομία από τα πάνω.
Σε σχέση με την αγροτική οικονομία, οι δυνατότητες σοσιαλιστικού σχεδιασμού δεν ήταν απλά μικρές αλλά ανύπαρκτες, λόγω της φύσης της αγροτιάς, που αποτελείται από μικροϊδιοκτήτες. Η αναγκαστική επίταξη τροφίμων χωρίς κανένα αντάλλαγμα στους αγρότες ήταν ο μόνος τρόπος να τραφεί ο στρατός και οι πόλεις.

thumb_9Η οικονομική αδυναμία και οι καταστροφές που έφερνε ο εμφύλιος, όπως είδαμε και πριν, οδηγούσαν σε κλιμάκωση της πείνας. Σε μια ειρωνεία της ιστορίας, όλες αυτές οι κακουχίες και οι θυσίες δεν μεταφράζονταν σε μαζική λαϊκή δυσαρέσκεια, γιατί ακριβώς οι εργάτες και οι αγρότες ταυτίζονταν με τους μπολσεβίκους στο στόχο της νίκης στον εμφύλιο. Πολύ συχνά ο Τρότσκι, (στο έργο του «Η ζωή μου») περιγράφει πως οι χωρικοί σε διάφορες περιοχές που ήταν δυσαρεστημένοι ή αδιάφοροι απέναντι στη σοβιετική εξουσία είχαν πολύ μεγαλύτερη συνεργασία με τον Κόκκινο Στρατό όταν από τις περιοχές τους περνούσαν οι Λευκοί. Ήταν ένας πικρός τρόπος για να συνειδητοποιήσουν οι αγρότες ότι δεν ήταν δυνατόν να μείνουν στην «ησυχία» τους και στην καλλιέργεια της γης που είχαν πρόσφατα κερδίσει και ότι η νίκη των Λευκών και η επιστροφή των γαιοκτημόνων ήταν ένας θανάσιμος κίνδυνος γι’ αυτούς. Στις περιοχές που οι Κόκκινοι νικούσαν τους Λευκούς ήταν κανόνας τόσο η ευκολότερη συγκέντρωση τροφίμων όσο και η κατάταξη νέων στρατιωτών στον Κόκκινο Στρατό.

Όμως όσο η νίκη στον εμφύλιο γινόταν ορατή, η δυσαρέσκεια άρχισε πια να εκδηλώνεται όλο και πιο έντονα. Όπως λεγόταν χαρακτηριστικά τότε, «οι αγρότες ήταν με τους μπολσεβίκους που τους έδωσαν τη γη, αλλά ταυτόχρονα ενάντια στους κομμουνιστές που τους έπαιρναν τα τρόφιμα». Στην ύπαιθρο οι αγρότες αρνούνταν όλο και συχνότερα τις επιτάξεις, κάποιες φορές μάλιστα χρησιμοποιώντας βία και σκοτώνοντας τους εκπροσώπους των Κόκκινων που έρχονταν για να πάρουν τρόφιμα. Σε μια σειρά περιοχές άρχισαν να σημειώνονται εξεγέρσεις ενάντια στις επιτάξεις σιτηρών. Σε κάποιες από αυτές συγκροτήθηκαν τα λεγόμενα «πράσινα» αντάρτικα, που δεν ήταν ούτε με τους Λευκούς ούτε με τους Κόκκινους και πολεμούσαν εναντίον και των δύο. Μια παρεμφερής περίπτωση ήταν και ο αυτοαποκαλούμενος «στρατός του Μάχνο» σε μια περιοχή της Ουκρανίας, που όμως λόγω των αναρχικών αντιλήψεων του Μάχνο (10), πότε συνεργαζόταν με τον Κόκκινο Στρατό ενάντια στους Λευκούς και πότε πολεμούσε εναντίον του.

Στις πόλεις μετά το 1920 άρχισαν να ξεσπάνε απεργίες με κύριο αίτημα την αύξηση της μερίδας του ψωμιού. Ήταν φανερό ότι η περίοδος του πολεμικού κομμουνισμού δεν μπορούσε να συνεχιστεί άλλο και ήδη ο Τρότσκι είχε προτείνει μέτρα στην κατεύθυνση της Νέας Οικονομικής Πολιτικής (ΝΕΠ) που ξεκίνησε να εφαρμόζεται το 1921.

Καταλυτική επίδραση στην υιοθέτηση της ΝΕΠ έπαιξε η εξέγερση της Κροστάνδης τον Μάρτιο του 1921. Η εξέγερση αυτή, επικεφαλής της οποίας ήταν κυρίως αναρχικοί, καθώς και η καταστολή της από τον Κόκκινο Στρατό, έχει θεωρηθεί από πολλούς (από αναρχικούς μέχρι αστούς) ως η βασική απόδειξη ότι οι μπολσεβίκοι είχαν απομακρυνθεί από το σοσιαλισμό και ότι ήταν τάχα ανελεύθεροι και δικτατορικοί (11). Όμως η κοινωνική σύνθεση της Κροστάνδης ήταν τελείως διαφορετική από την επαναστατική Κροστάνδη του 1917. Η εξέγερση διεκδικούσε την απομάκρυνση των μπολσεβίκων από την εξουσία, στους οποίους απέδιδε όλες τις κακουχίες και τα δεινά του λαού που είχε φέρει ο εμφύλιος. Η πολιτική της κατεύθυνση αποσκοπούσε στη διάλυση ουσιαστικά κάθε κεντρικής εξουσίας στη Ρωσία και τον απόλυτο έλεγχο των αγροτών πάνω στην περιουσία τους, χωρίς τις επιτάξεις τροφίμων. Ο χαρακτήρας της εξέγερσης ήταν μικροαστικός και δεν διέφερε κοινωνικά από διάφορες αγροτικές εξεγέρσεις που αναφέραμε παραπάνω. Υπήρχε όμως μια σημαντική διαφορά εξαιτίας της οποίας η εξέγερση αναθάρρησε τους καπιταλιστές στη Δύση και τους Λευκούς αντεπαναστάτες που προσπάθησαν να στηριχτούν πάνω της. Ο λόγος δεν ήταν ιδεολογικός -δεν συμπαθούσαν τον αναρχισμό- αλλά στρατιωτικός: Η απώλεια του στρατηγικής σημασίας φρουρίου της Κροστάνδης και του στόλου της Βαλτικής άνοιγε τη δυνατότητα για μια στρατιωτική αντεπίθεση των Λευκών και των Δυτικών ενάντια στο σοβιετικό κράτος. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που η υπόθεση αυτή δεν μπορούσε να λυθεί ειρηνικά αλλά με την καταστολή (ενώ, αντίθετα, στον επίσης αναρχικό Μάχνο οι μπολσεβίκοι είχαν δείξει ανοχή για χρόνια, παρ’ όλες τις στρατιωτικές επιθέσεις του «στρατού» του εναντίον τους). Η καταστολή δεν θα μπορούσε να γίνει αν η εξέγερση της Κροστάνδης είχε βρει μαζικά υποστηρικτές στους εργάτες της Πετρούπολης και στον Κόκκινο Στρατό. Το αντίθετο συνέβη: «Η πολιτική απομόνωση της Κροστάνδης ήταν η αιτία της εσωτερικής αβεβαιότητας και της στρατιωτικής της ήττας» (12).

thumb_ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΟΙ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟ ΦΡΟΥΡΟΥΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΥΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣΗ εξέγερση της Κροστάνδης επιτάχυνε την υιοθέτηση της ΝΕΠ από τους μπολσεβίκους. Οι μπολσεβίκοι υιοθέτησαν τα περισσότερα αιτήματα των αγροτών, κατάργησαν τις επιτάξεις σιτηρών και τους έδωσαν τα περιθώρια να διαθέτουν όπως αυτοί ήθελαν το πλεόνασμα των προϊόντων τους στην αγορά. Ταυτόχρονα πήραν μια σειρά μέτρα γενικότερης φιλελευθεροποίησης της οικονομίας και ενίσχυσης της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας», διατηρώντας παράλληλα τον κεντρικό έλεγχο πάνω στο κράτος. Η ΝΕΠ είχε δύο στόχους: Ο πρώτος στόχος ήταν να σταματήσει η δυσαρέσκεια των αγροτών και να ξεπεραστεί ο κίνδυνος διάλυσης του καθεστώτος από τις εντεινόμενες αγροτικές εξεγέρσεις. Ο δεύτερος ήταν η αναζωογόνηση της οικονομίας μέσω εισαγωγής των «κινήτρων» της αγοράς, τόσο στο εσωτερικό όσο και με την ενίσχυση του εμπορίου με το εξωτερικό.

Ο πρώτος στόχος επιτεύχθηκε και η αγροτική δυσαρέσκεια σταμάτησε. Στην περίοδο της ΝΕΠ άρχισε να εμφανίζεται μαζικά ένα στρώμα που πλούτιζε (οι ΝΕΠμεν, όπως ονομάζονταν χαρακτηριστικά). Το φαινόμενο άνθησε ιδιαίτερα στην ύπαιθρο με τους πλούσιους αγρότες (κουλάκους), με χαρακτηριστικό στοιχείο τη διάθεση του 56% του συνολικά εμπορεύσιμου σιταριού από μια πλούσια μειοψηφία (10% περίπου των αγροτικών νοικοκυριών). Αλλά και στις πόλεις εμφανίστηκαν νεόπλουτοι όπως έμποροι, βιοτέχνες, ελεύθεροι επαγγελματίες.

Αντίθετα ο δεύτερος στόχος της οικονομικής αναζωογόνησης δεν έγινε πράξη. Το ότι μια μειοψηφία πλούτιζε δεν οδηγούσε σε σημαντική ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά, αντίθετα, σε βιομηχανική στασιμότητα, με ένταση των ανισοτήτων και αύξηση της ανεργίας στους εργάτες των πόλεων. Ακόμα και το πρόβλημα του επισιτισμού δεν λύθηκε, αφού οι πόλεις δεν είχαν να δώσουν στους αγρότες πραγματικά οφέλη, αλλά μόνο χαρτονομίσματα χωρίς αντίκρυσμα. Αρκετές φορές ο εφιάλτης της πείνας επανήλθε. Οι αγρότες μείωναν την παραγωγή, αφού το πλεόνασμα δεν τους απέφερε πραγματικό όφελος, ή άλλοτε κατακρατούσαν το πλεόνασμα της αγροτικής παραγωγής, περιμένοντας πιο κερδοφόρες ευκαιρίες στο μέλλον. Οι σχέσεις με το εξωτερικό περιορίστηκαν κυρίως στις εξαγωγές σιταριού και στις εισαγωγές καταναλωτικών αγαθών (που τα καρπώνονταν κυρίως οι νεόπλουτοι), ενώ ελάχιστοι πόροι περίσσευαν για νέες επενδύσεις στη βιομηχανία.

Το πρόβλημα της γραφειοκρατικοποίησης του κράτους και του κόμματος επιδεινώθηκε επίσης. Η αύξηση των ανισοτήτων σήμαινε ότι οι γραφειοκράτες αξιοποιούσαν ολοένα και περισσότερο τη θέση τους για να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο και συναγωνίζονταν τους ΝΕΠμεν σε επίδειξη πλούτου και προνομίων. Ο μεγάλος χαμένος αυτής της πολιτικής ήταν οι εργάτες των πόλεων, που συχνά εξέφραζαν τη δυσαρέσκειά τους με κύματα απεργιών και κινητοποιήσεων.

Περιμένοντας
τη γερμανική επανάσταση

Ένα καπιταλιστικό κράτος και μια καπιταλιστική κυβέρνηση, απαντούν στην οικονομική κρίση με την ένταση της εκμετάλλευσης, με την ένταση της βαρβαρότητας και της επιθετικότητας ενάντια στα δικαιώματα και στο βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Μια επαναστατική εργατική κυβέρνηση, ακόμα και σε ένα εκφυλισμένο εργατικό κράτος όπως ήταν η Ρωσία εκείνη την εποχή, δεν μπορεί να ακολουθήσει αυτό το δρόμο χωρίς να αυτοαναιρέσει τον εαυτό της. 
Οι Μπολσεβίκοι είχαν πλήρη συνείδηση ότι η σοσιαλιστική εξουσία σε μια καθυστερημένη χώρα όπως η Ρωσία θα συναντούσε απίστευτες οικονομικές δυσκολίες. Είχαν διαγνώσει αυτές τις δυσκολίες ήδη από την εποχή του 1905. Στην τότε συζήτηση για το χαρακτήρα της Ρώσικης επανάστασης, μόνο ο Τρότσκι πίστευε στη δυνατότητα της σοσιαλιστική εξουσίας μέσω της «διαρκούς επανάστασης». Ακόμα και τότε όμως προειδοποιούσε ότι χωρίς την επέκταση της επανάστασης διεθνώς η τελική νίκη είναι αδύνατη:

Με μόνες τις δικές της δυνάμεις, η εργατική τάξη στη Ρωσία θα τσακιστεί αναπόφευκτα από την αντεπανάσταση, τη στιγμή που οι αγρότες θα της γυρίσουν την πλάτη (13).

Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ο διεθνής χαρακτήρας της σοσιαλιστικής επανάστασης έγινε ολοφάνερος. Στον πρόλογο της έκδοσης του «Ιμπεριαλισμού…», ο Λένιν έγραφε τον Απρίλη του 1917 ότι η ουσία του έργου αυτού ήταν ότι: «η εποχή του ιμπεριαλισμού είναι η παραμονή της σοσιαλιστικής επανάστασης» (14) και στον πρόλογο του 1920 επαναλάμβανε ότι «Ο ιμπεριαλισμός είναι η παραμονή της κοινωνικής επανάστασης του προλεταριάτου. Από το 1917 και μετά, αυτό έχει επιβεβαιωθεί σε παγκόσμια κλίμακα» (15).

Όταν Λένιν έφτασε στη Ρωσία από το εξωτερικό όπου ήταν εξόριστος τον Απρίλη του 1917, μίλησε στο σιδηροδρομικό σταθμό όπου τον περίμεναν χιλιάδες εργάτες. Η Πράβδα έγραψε ένα μικρό ρεπορτάζ την επόμενη μέρα:

Στο δρόμο, όρθιος πάνω στο θωρακισμένο αυτοκίνητο, ο σ. Λένιν χαιρέτησε το επαναστατικό ρωσικό προλεταριάτο και τον επαναστατικό ρωσικό στρατό, που μπόρεσαν να απελευθερώσουν όχι μόνο τη Ρωσία από τον τσαρικό δεσποτισμό, αλλά και που έκαναν την αρχή της κοινωνικής επανάστασης σε διεθνή κλίμακα (16).

Στο 7ο συνέδριο των μπολσεβίκων τον Μάρτη του 1918 ο Λένιν έλεγε:

Η ιστορία μας έχει τώρα τοποθετήσει σε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Στη μέση μιας οργανωτικής δουλειάς με ασύγκριτες δυσκολίες, θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε επιπλέον μια σειρά από επώδυνες ήττες. Από διεθνή-ιστορική άποψη, αναμφίβολα δεν θα υπήρχε καμιά ελπίδα για την τελική νίκη της επανάστασής μας αν αυτή έμενε μόνη της, αν δεν εμφανίζονταν επαναστατικά κινήματα σε άλλες χώρες. Όταν το μπολσεβίκικο κόμμα προχώρησε μόνο του προς την επανάσταση, το έκανε με την ξεκάθαρη πεποίθηση ότι η επανάσταση ωριμάζει σε όλες τις χώρες και ότι στο τέλος -αν και όχι από την αρχή- όσες δυσκολίες και αν περνούσαμε, όσες ήττες και αν δεχόμασταν, η παγκόσμια κοινωνική επανάσταση θα έρθει … επειδή ωριμάζει και θα φτάσει σε πλήρη ωριμότητα. Επαναλαμβάνω, η σωτηρία μας από όλες αυτές τις δυσκολίες βρίσκεται στην επανάσταση σε όλη την Ευρώπη (17).

Η δημιουργία της Κομμουνιστικής Γ΄ Διεθνούς το 1919 οργανώθηκε ακριβώς για να επιταχύνει την παγκόσμια επανάσταση. Στο ιδρυτικό συνέδριο της Γ΄ Διεθνούς ο Λένιν έλεγε:

Η αστική τάξη όλου του κόσμου ας εξακολουθεί να λυσσομανάει, ας καταδιώκει, ας φυλακίζει, ακόμα και ας σκοτώνει τους Σπαρτακιστές (18) και τους μπολσεβίκους – όλα αυτά δεν πρόκειται πια να τη βοηθήσουν … Η νίκη της προλεταριακής επανάστασης σε όλο τον κόσμο είναι εξασφαλισμένη (19) … Η ίδρυση της Γ΄ Κομμουνιστικής Διεθνούς είναι το κατώφλι της διεθνούς δημοκρατίας των Σοβιέτ, της διεθνούς νίκης του κομμουνισμού (20).

Και το 4ο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς το Νοέμβρη -Δεκέμβρη του 1922 (το τελευταίο που παραβρέθηκε ο Λένιν αν και ήδη άρρωστος), στην «Απόφαση για τη Ρώσικη επανάσταση» δήλωνε το εξής:

Το 4ο παγκόσμιο συνέδριο υπενθυμίζει στους εργάτες όλου του κόσμου ότι η προλεταριακή επανάσταση δεν θα μπορέσει ποτέ να νικήσει στο εσωτερικό μιας και μόνης χώρας, αλλά στο διεθνές πλαίσιο, σαν παγκόσμια προλεταριακή επανάσταση (21). 

Όλη η πολιτική των μπολσεβίκων αποσκοπούσε στο κέρδισμα χρόνου μέχρι να έρθει η βοήθεια από την εργατική επανάσταση των ανεπτυγμένων χωρών. Για τους μπολσεβίκους, υπεράσπιση της επανάστασης και αντιμετώπιση των οικονομικών δυσκολιών δεν ήταν σε καμιά περίπτωση η εκμετάλλευση των εργατών. Και όχι μόνο αυτό. Ήταν επίσης μια συνεχής μάχη ενάντια στην γραφειοκρατία που δυνάμωνε ραγδαία στο κράτος και στο κόμμα.

Μπολσεβίκικο κόμμα: το τελευταίο οχυρό ενάντια στη γραφειοκρατία

Οι μπολσεβίκοι δεν επιδίωξαν την γραφειοκρατικοποίηση του κράτους. Δεν είχαν προβλέψει καν ένα τέτοιο ενδεχόμενο και δεν ήταν δυνατόν να το προβλέψουν. Όταν συζητούσαν για τους ενδεχόμενους κινδύνους της επανάστασης, πάντα θεωρούσαν ότι η αντεπανάσταση θα μπορούσε να νικήσει από τα έξω, με την άμεση στρατιωτική συντριβή της επανάστασης. Στο ερώτημα «Θα μπορέσουν άραγε οι μπολσεβίκοι να κρατήσουν την εξουσία;», ο Λένιν απαντούσε λίγο μετά την κατάκτηση της πλειοψηφίας στο σοβιέτ Πετρούπολης:

Μας λένε, το προλεταριάτο δεν θα μπορέσει να θέσει σε κίνηση τον κρατικό μηχανισμό. Ύστερα από την επανάσταση του 1905 τη Ρωσία κυβερνούσαν 130.000 τσιφλικάδες, την κυβερνούσαν ασκώντας συνέχεια βία ενάντια σε 15 0 εκατομμύρια ανθρώπους, εμπαίζοντάς τους απεριόριστα, εξαναγκάζοντας την τεράστια πλειοψηφία τους να δουλεύουν σαν κατάδικοι και να λιμοκτονούν. Και δεν θα μπορέσουν, δήθεν, να κυβερνήσουν τη Ρωσία 240.000 μέλη του μπολσεβίκικου κόμματος, να την κυβερνήσουν προς το συμφέρον των φτωχών και ενάντια στους πλούσιους; Αυτοί οι 240.000 άνθρωποι έχουν τώρα με το μέρος τους όχι λιγότερο από ένα εκατομμύριο ψήφους ενήλικου πληθυσμού … Έτσι έχουμε ήδη ένα ‘’κρατικό μηχανισμό’’ από ένα εκατομμύριο ανθρώπους, αφοσιωμένους στο σοσιαλιστικό κράτος με την ιδεολογία τους, και όχι για να εισπράττουν κάθε 20 του μήνα μεγάλους μισθούς.

thumb_ΚΟΛΟΝΤΑΙ ΤΣΕΤΚΙΝΕπιπλέον έχουμε ένα ‘’θαυμάσιο μέσο’’ για να δεκαπλασιάσουμε μονομιάς, με μια κίνηση, τον κρατικό μας μηχανισμό, ένα μέσο που δεν το είχε ποτέ και δεν μπορεί να το έχει κανένα καπιταλιστικό κράτος. Αυτό το θαυματουργό μέσο είναι η προσέλκυση των εργαζομένων, ή προσέλκυση της φτωχολογιάς στην καθημερινή δουλειά της διακυβέρνησης του κράτους (22).

Οι μπολσεβίκοι είχαν επίσης υπολογίσει πώς θα αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των «ειδικών»: των μηχανικών και των επιστημόνων γενικότερα, των λογιστών και των διοικητικών στελεχών καταγραφής και διοίκησης. Αυτοί θα έμπαιναν στην υπηρεσία της επανάστασης είτε γιατί ως υπάλληλοι θα κερδίζονταν πολιτικά από την εργατική εξουσία, είτε με την πίεση της εξουσίας που θα εξασκούσε πάνω τους ο κρατικός μηχανισμός των σοβιέτ.

Όμως ο κρατικός μηχανισμός των σοβιέτ και των εκατομμυρίων «αφοσιωμένων στο σοσιαλισμό» που συμμετείχαν σε αυτά έπαψε να λειτουργεί όσο προχωρούσε ο εμφύλιος πόλεμος και η οικονομική καταστροφή. Τι θα μπορούσαν και τι θα έπρεπε να κάνουν οι μπολσεβίκοι σε μια τέτοια κατάσταση; Θα έπρεπε ο Λένιν, ο Τρότσκι και όλη η ηγεσία των μπολσεβίκων να αυτοεξοριστεί στην Ελβετία, επειδή η επανάσταση δεν προχωρούσε ρόδινα; Θα μπορούσαν να εγκαταλείψουν την επανάσταση και να περιμένουν καλύτερες μέρες στο μακρινό μέλλον, εγκαταλείποντας εκατοντάδες χιλιάδες κομμουνιστές και υποστηρικτές τους και δεκάδες εκατομμύρια εργατών και αγροτών στη δολοφονική εκδικητική μανία των αντεπαναστατών τσαρικών και των γαιοκτημόνων; Θα μπορούσαν να παρατήσουν την υπόθεση της Κομμουνιστικής Διεθνούς και της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης;
Οι μπολσεβίκοι ήταν αποφασισμένοι επαναστάτες μαρξιστές και όχι «πολιτικοί καριέρας». Τέτοια διλήμματα δεν υπήρχαν γι’ αυτούς. Η απόφασή τους ήταν από την αρχή σταθερή και δεν ταλαντεύτηκαν ούτε στιγμή: υπεράσπιση της επανάστασης μέχρις εσχάτων και με κάθε μέσο που είναι απαραίτητο.

Και αυτό στις στιγμές του εμφυλίου σήμαινε υποχρεωτικά τη συγκέντρωση της εξουσίας στο μόνο κόμμα που ήταν σταθερό στην υπόθεση της επανάστασης, δηλαδή στους μπολσεβίκους. Οι συνέπειες αυτής της επιλογής δεν ήταν καθόλου ευχάριστες, αλλά ήταν απόλυτα υποχρεωτικές. Ενώ στην αρχή της επανάστασης είχαν αφήσει ελεύθερους τους αντεπαναστάτες στρατηγούς, τώρα ήταν υποχρεωμένοι να λειτουργήσουν σε καθεστώς πολεμικού κομμουνισμού και «κόκκινης τρομοκρατίας». Σε μια από τις πιο δύσκολες στιγμές του εμφύλιου πολέμου, αποφάσισαν να εκτελέσουν τον τσάρο και την οικογένειά του, ώστε να μην αφήσουν καμιά ελπίδα στους Λευκούς για επαναφορά του τσαρικού θρόνου σε έναν κληρονόμο «εξ αίματος» της βασιλικής οικογένειας.
Στα μετόπισθεν της επανάστασης, υποχρεώθηκαν να περιορίσουν τις δημοκρατικές ελευθερίες μπροστά στο γεγονός ότι τα σοβιέτ είχαν εκφυλιστεί. Η λειτουργία του κόμματος των μενσεβίκων απαγορεύτηκε στα τέλη του 1918, αφού ένα κομμάτι τους υποστήριζε ανοιχτά την αντεπανάσταση και ένα άλλο την υποστήριζε έμμεσα. Οι αριστεροί σοσιαλεπαναστάτες, όταν βρέθηκαν σε διαφωνία με τους μπολσεβίκους, άρχισαν να χρησιμοποιούν τη συνηθισμένη τους τρομοκρατική τακτική από το παρελθόν και οργάνωσαν απόπειρες δολοφονίας ηγετικών στελεχών των μπολσεβίκων. Την ίδια τακτική προσφυγής στην τρομοκρατική βία ακολουθούσαν και κάποιες μικρές αναρχικές ομάδες που υπήρχαν στη σοβιετική Ρωσία. Το μπολσεβίκικο κόμμα ήταν το μόνο αποφασισμένο και το μόνο αξιόπιστο για να υπηρετήσει με κάθε θυσία την επανάσταση. Χωρίς η κατάσταση να αφήνει άλλες επιλογές, οι μπολσεβίκοι επέβαλαν τη μονοκρατορία του κόμματος.

Αυτές οι επιλογές δεν σήμαιναν ότι οι μπολσεβίκοι αποφάσισαν να γίνουν γραφειοκράτες και να εκμεταλλεύονται τους εργάτες και τους αγρότες. Ακριβώς το αντίθετο.

Στο 5ο συνέδριο των συνδικάτων (2-6 Νοέμβρη 1920) ξέσπασε μια μεγάλη διαμάχη στους κόλπους του μπολσεβίκικου κόμματος για το τι θέση θα κρατούσε το κόμμα στο συνέδριο. Οι μπολσεβίκοι χωρίστηκαν στα τρία: από τη μια ήταν η πτέρυγα με επικεφαλής τους Τρότσκι και Μπουχάριν, από την άλλη ήταν η λεγόμενη «εργατική αντιπολίτευση» με επικεφαλής την Κολοντάι και τον Σλιάπνικοφ, ενώ στο κέντρο ήταν η «πλατφόρμα των δέκα» με επικεφαλής τον Λένιν. Στην περίοδο του πολεμικού κομμουνισμού, η στρατιωτικοποίηση της οικονομίας ήταν το κύριο χαρακτηριστικό και τα συνδικάτα σε μεγάλο βαθμό ήταν υποταγμένα στο κράτος. Ο Τρότσκι υποστήριζε ότι αυτό έπρεπε να προχωρήσει ακόμα περισσότερο, στην πλήρη ένταξη των συνδικάτων στο κράτος και στο διορισμό των επικεφαλής τους. Από την άλλη, η «εργατική αντιπολίτευση» υποστήριζε τον πλήρη έλεγχο της οικονομίας από τα συνδικάτα, μια άποψη εντελώς ουτοπική με δεδομένη την κατάσταση της εργατικής τάξης και της οικονομίας της Ρωσίας. Μετά από πολύ έντονες αντιπαραθέσεις, που πήραν μεγάλη δημοσιότητα εν όψει και του 10ου συνεδρίου του κόμματος (π.χ., η πλατφόρμα της εργατικής αντιπολίτευσης κυκλοφόρησε σε 250.000 αντίτυπα), η «ομάδα των δέκα» πλειοψήφησε. Ο Λένιν εξηγούσε τη θέση του λέγοντας:

Το δικό μας είναι ένα εργατικό κράτος με μια γραφειοκρατική διαστροφή … Τώρα έχουμε ένα κράτος κάτω από το οποίο είναι δουλειά του μαζικά οργανωμένου προλεταριάτου να αυτοπροστατευτεί, ενώ εμείς, από την πλευρά μας, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε αυτές τις εργατικές οργανώσεις για να προστατεύσουν τους εργάτες από το κράτος τους και να τις έχουμε μαζί μας για να προστατεύσουν το δικό μας κράτος (23).

thumb_ΛΕΝΙΝ ΣΕΒΡΝΤΛΟΦ ΟΚΤΩΒΡΗΣ 1918Οι μπολσεβίκοι δεν προσπαθούσαν να εξωραΐσουν την κατάσταση και ονόμαζαν τις περισσότερες αναγκαστικές οικονομικές επιλογές τους ως βήματα υποχώρησης στον καπιταλισμό και όχι, φυσικά, ως «οικοδόμηση του σοσιαλισμού». Ούτε τον κρατικό μηχανισμό τον εξωράιζαν ως σοσιαλιστικό και εργατικό, αλλά αντίθετα έλεγαν την αλήθεια ότι υπάρχει πρόβλημα γραφειοκρατίας και απομάκρυνσης από το ιδανικό της εργατικής εξουσίας. Ανέχονταν τα προνόμια των «ειδικών» για να τους προσελκύσουν με το μέρος τους, αλλά σπάνια τα μέλη της επαναστατικής φρουράς των μπολσεβίκων χρησιμοποιούσαν την εξουσία τους για να ζουν πλουσιοπάροχα. Οι μπολσεβίκοι χρησιμοποίησαν τη μυστική αστυνομία (ΤΣΕΚΑ) και την τρομοκρατία ενάντια στις αντεπαναστατικές συνωμοσίες των Λευκών (και κάποτε ενάντια και στα αντιπολιτευόμενα κόμματα). Υποχρέωσαν συχνά με τη βία τους αγρότες να παραδίδουν τρόφιμα στον Κόκκινο Στρατό και στις πόλεις, αλλά αυτό σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί εχθρότητα και άγρια καταπίεση των αγροτών από το καθεστώς. Επέβαλαν μειωμένες μερίδες φαγητού στις πόλεις για να αντιμετωπίσουν την έλλειψη τροφίμων, αλλά ποτέ δεν χρησιμοποίησαν την άγρια καταστολή ως μέσο ενάντια σε εργατικές απεργίες. Μέσα στην τρομερή κατάσταση που επικρατούσε ήταν φυσικό να υπάρχει δυσαρέσκεια και αντιδράσεις ενάντια στο καθεστώς. Μπορεί η εργατική εξουσία να είχε εκφυλιστεί, αλλά οι μπολσεβίκοι εξακολουθούσαν να έχουν τη στήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας των εργατών και των αγροτών. Όπως είδαμε πριν, η έλλειψη λαϊκής υποστήριξης οδήγησε τους Λευκούς στην ήττα. Το ακριβώς αντίθετο ίσχυε για τους Κόκκινους: η λαϊκή υποστήριξη στους μπολσεβίκους ήταν ο κύριος παράγοντας που οδήγησε στη νίκη του Κόκκινου Στρατού.

Οι μπολσεβίκοι ακολουθούσαν μια σταθερή απόφαση: να κρατήσουν την επανάσταση στη Ρωσία με κάθε μέσο, προσπαθώντας να βρουν τρόπους να ενισχύσουν παράλληλα τη θέση των επαναστατών εργατών στο κράτος και στο κόμμα ως αντίβαρο στη γραφειοκρατία. Η υπεράσπιση της επανάστασης μέχρι να έρθει η βοήθεια από την εργατική επανάσταση των πλούσιων καπιταλιστικών χωρών ήταν το βασικό τους μέλημα και έδιναν τεράστια σημασία στο δυνάμωμα και στην επέκταση της Κομμουνιστικής Διεθνούς.

Δεν υπήρχε άνθρωπος στη Ρωσία εκείνη την εποχή που να ανησυχούσε και να προσπαθούσε να βρει τρόπους να εμποδίσει τη γραφειοκρατικοποίηση του κράτους και του κόμματος περισσότερο από τον Λένιν. Στην 11η συνεδρίαση του Σοβιέτ της Πετρούπολης, στις 12 Μάρτη του 1919, έλεγε:

Διώξαμε τους παλιούς γραφειοκράτες, αλλά έχουν επανέλθει … φοράνε μια κόκκινη κονκάρδα στο πέτο τους και σούρνονται σε κάθε ζεστή τρύπα. Τι να κάνουμε γι’ αυτό; Πρέπει να πολεμήσουμε αυτό το συρφετό ξανά και ξανά, και αν ο συρφετός ξανατρυπώσει, πρέπει ξανά και ξανά να τον ξεκαθαρίσουμε, να τον διώξουμε, να τον κρατάμε κάτω από την επίβλεψη των κομμουνιστών εργατών και αγροτών που τους γνωρίζουμε για παραπάνω από ένα μήνα και παραπάνω από ένα χρόνο (24).

Στο 8ο συνέδριο του Κόμματος, τον Μάρτη του 1919, ο Λένιν έλεγε:

Οι τσαρικοί γραφειοκράτες άρχισαν να συμμετέχουν στους σοβιετικούς θεσμούς και να εφαρμόζουν τις γραφειοκρατικές τους μεθόδους, άρχισαν να υιοθετούν μια κομμουνιστική εμφάνιση και, για να επιτύχουν καλύτερα στην καριέρα τους, να αποκτούν κάρτες μέλους του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος (25)

Στο συνέδριο του κόμματος του 1922 επαναλάμβανε:

Αν πάρουμε τους 4.700 κομμουνιστές που βρίσκονται σε υπεύθυνες θέσεις στη Μόσχα και αν πάρουμε αυτή την τεράστια γραφειοκρατική μηχανή, αυτή τη γιγαντιαία μάζα, πρέπει να ρωτήσουμε: Ποιος κυβερνάει ποιον; Δεν πιστεύω ότι μπορείτε με ειλικρίνεια να ισχυριστείτε ότι οι κομμουνιστές καθοδηγούν αυτήν τη μάζα. Για να είμαστε ειλικρινείς: δεν είναι αυτοί οι καθοδηγητές, είναι οι καθοδηγούμενοι (26)

Στον τελευταίο του λόγο στο συνέδριο της Διεθνούς (λίγο μετά αρρώστησε βαριά), στις 13 Νοέμβρη του 1922, ο Λένιν μπροστά στους αντιπροσώπους των κομμουνιστικών κομμάτων όλου του κόσμου καταδίκασε την αστική-συντηρητική φύση της υπάρχουσας κρατικής μηχανής:

thumb_ΡΟΖΑ ΛΟΥΞΕΜΠΟΥΡΓΚΠήραμε ολόκληρη την παλιά κρατική μηχανή, και αυτή ήταν η δυστυχία μας. Το 1917, αφού καταλάβαμε την εξουσία, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι μάς σαμποτάρισαν. Αυτό μας φόβισε πάρα πολύ και ικετεύσαμε: «Σας παρακαλούμε γυρίστε πίσω». Γύρισαν όλοι πίσω, αλλά αυτή ήταν η δυστυχία μας. Τώρα έχουμε μια μεγάλη στρατιά κυβερνητικών υπαλλήλων, αλλά μας λείπουν αρκετά μορφωμένες δυνάμεις για να ασκήσουμε πραγματικό έλεγχο επάνω τους. Στην πράξη συμβαίνει συχνά ότι εδώ, στην κορυφή όπου ασκούμε πολιτική εξουσία, η μηχανή λειτουργεί κάπως. Αλλά, κάτω στα βάθη, οι κυβερνητικοί υπάλληλοι έχουν αυθαίρετο έλεγχο και συχνά τον ασκούν με τέτοιο τρόπο που να αντιστρατεύονται στα μέτρα μας. Στην κορυφή έχουμε, δεν ξέρω πόσους, αλλά τέλος πάντων νομίζω όχι περισσότερους από λίγες χιλιάδες, στην καλύτερη περίπτωση μερικές δεκάδες χιλιάδες δικούς μας ανθρώπους. Κάτω στα βάθη, όμως, υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες παλιοί αξιωματούχοι που πήραμε από τον τσάρο και από την αστική κοινωνία και που, εν μέρει συνειδητά και εν μέρει ασυνείδητα, δουλεύουν ενάντιά μας (27).

Όλα αυτά δεν ήταν απλά λόγια ενάντια στη γραφειοκρατία. Συνοδεύονταν από μια συνεχή και επίπονη μάχη για την προστασία του κόμματος από τη γραφειοκρατική διαφθορά. Για να ξεφορτωθεί τους καριερίστες, ο Λένιν υποστήριξε ότι έπρεπε να γίνουν εκκαθαρίσεις των διεφθαρμένων στοιχείων. Το 8ο συνέδριο του κόμματος (Μάρτης 1919) κατέληξε στην εξής απόφαση:

Εισχωρούν ευρέως στο κόμμα στοιχεία που δεν είναι επαρκώς κομμουνιστικά, ακόμα και πραγματικά παράσιτα. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ρωσίας είναι στην εξουσία, κι αυτό αναπόφευκτα προσελκύει μαζί με τις καλύτερες περιπτώσεις και καριερίστες. Μια σοβαρή εκκαθάριση είναι απαραίτητη στις οργανώσεις του κόμματος και των Σοβιέτ.

Αμέσως μετά το συνέδριο διαγράφηκαν γύρω στο 10% με 15% των μελών στις πόλεις και ένα μεγαλύτερο ποσοστό σε μερικές απ’ τις επαρχίες (28).
Όταν ξεκινούσε το 11ο συνέδριο (Μάρτης -Απρίλης 1922), ο Λένιν έγραφε στον Μολότοφ σχετικά με την επικείμενη απόφαση του συνεδρίου για την ένταξη νέων μελών στο κόμμα:

Θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό να επιμηκύνουμε την περίοδο του δόκιμου μέλους για τα νέα μέλη του Κόμματος. Ο Ζινόβιεφ προτείνει αυτή η περίοδος να είναι έξι μήνες για τους εργάτες και δώδεκα μήνες για τις υπόλοιπες κατηγορίες. Εγώ προτείνω την περίοδο των έξι μηνών μόνο γι’ αυτούς τους εργάτες που ήταν εν ενεργεία σε μεγάλες βιομηχανικές μονάδες για δέκα χρόνια τουλάχιστον. Για όλους τους υπόλοιπους εργάτες η δοκιμαστική περίοδος πρέπει να καθοριστεί στους δεκαοκτώ μήνες, για τους αγρότες και τους φαντάρους του Κόκκινου Στρατού πρέπει να καθοριστεί στα δυο χρόνια και τρία χρόνια για τις υπόλοιπες κατηγορίες (29).

Όλη αυτή η προσπάθεια μετέτρεπε το μπολσεβίκικο κόμμα σε τελευταίο οχυρό ενάντια στη γραφειοκρατικοποίηση. Όμως μπορούσε απλά να την καθυστερήσει, δεν μπορούσε να τη σταματήσει. Όσο η βοήθεια από την επανάσταση του εξωτερικού καθυστερούσε, όσο η παθητικοποίηση της εργατικής τάξης και οι οικονομικές δυσκολίες συνεχίζονταν, τόσο περισσότερα καριερίστικα στοιχεία έμπαιναν στο κόμμα ιδιαίτερα στις πιο χαμηλές βαθμίδες του. Η ταύτιση του κόμματος με το κράτος είχε ανάγκη από νέα στελέχη του κόμματος. Όσο κι αν το κόμμα προσπαθούσε να ελέγξει τα πιο διεφθαρμένα στοιχεία, δεν είχε τρόπο να εμποδίσει τους καριερίστες που αυτό ονομάζονταν όψιμα «κομμουνιστές» να προσχωρούν όλο και περισσότερο. Στην αρχή του εμφυλίου δύσκολα τέτοια στοιχεία έπαιρναν την απόφαση να μπουν στο μπολσεβίκικο κόμμα, αφού κινδύνευαν να τουφεκιστούν αν νικούσαν οι Λευκοί. Όμως όσο η νίκη του Κόκκινου Στρατού γινόταν ξεκάθαρη και το τέλος του εμφυλίου πλησίαζε, τόσο μεγαλύτερη ήταν η πλημμυρίδα αριβίστικων και γραφειοκρατικών στοιχείων που προσχωρούσε στους μπολσεβίκους. Ακόμα και μέλη του κόμματος που είχαν πάρει μέρος στην επανάσταση δεν μπορούσαν να μένουν ανεπηρέαστα από το γενικότερο γραφειοκρατικό περιβάλλον και τις γραφειοκρατικές μεθόδους διοίκησης. Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα ήταν ότι τα παλιά μέλη του κόμματος γίνονταν ολοένα και περισσότερο μια μικρή μειοψηφία.

Τον Οκτώβρη του 1919 μόνο το 20% των μελών είχε στρατολογηθεί πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση και μόνο το 8% πριν από τον Φλεβάρη του 1917. Στο ενδέκατο συνέδριο ο Ζηνόβιεφ ανέφερε ότι μόνο το 2% του συνόλου των κομματικών μελών το 1922 ήταν μέλη του κόμματος πριν από τον Φλεβάρη του 1917 (30).

thumb_ΜΠΟΥΧΑΡΙΝΗ λογοτεχνία συνήθως δεν προσφέρεται για να παρουσιάσει ψυχρά την πραγματικότητα. Όμως ένα απόσπασμα από τον Βικτόρ Σερζ περιγράφει απόλυτα την ψυχική κατάσταση και τα διλήμματα ενός κομμουνιστή μέσα στη μαύρη περίοδο του εμφυλίου:

Το καλύτερο τάγμα εργατών μπορεί να θυσιαστεί σε μια επιχείρηση της κακιάς ώρας στο μέτωπο. Ο Κάας, όμως, δεν γίνεται να θυσιαστεί! Όλα αυτά τα σκουλήκια, που τα χρησιμοποιούμε, που τα κάνουμε να δουλεύουν για μας, που μας είναι αναγκαία, που φέρνουν σε πέρας ένα σωρό αποστολές μαζί με μας, που ξέρω ότι είναι αναγκαία – δεν θα φτάσουν στο σημείο να μας κατασπαράξουν; Μήπως δεν μας ροκανίζουν ενώ ταυτόχρονα μας υπακούουν; (31)

Στις 26 Μάρτη του 1922 ο Λένιν, σε ένα γράμμα του, ανέφερε:

Αν δεν κλείνουμε τα μάτια μας στην πραγματικότητα, πρέπει να παραδεχτούμε ότι στην παρούσα κατάσταση η προλεταριακή πολιτική του κόμματος δεν καθορίζεται από τη σύνθεση των μελών του, αλλά από το πρωτοφανές κύρος που απολαμβάνει όλη ανεξαιρέτως η μικρή ομάδα που μπορεί να αποκληθεί και παλιά φρουρά του κόμματος. Μια μικρή διαμάχη μέσα σε αυτή την ομάδα θα είναι αρκετή, αν όχι να καταστρέψει αυτό το κύρος, σε κάθε περίπτωση να αδυνατίσει την ομάδα σε τέτοιο βαθμό ώστε να χάσει τη δύναμη να καθορίζει την πολιτική (32).

Ούτε ο Λένιν μπορούσε να φανταστεί πόσο προφητική θα αποδεικνυόταν λίγο μετά το θάνατό του αυτή η τελευταία του αποστροφή.

1923-1928: Η τελευταία μάχη

Ο Στάλιν ήταν ένα δευτεροκλασάτο στέλεχος της ηγεσίας των μπολσεβίκων, με οργανωτικές κυρίως ικανότητες. Η θέση γενικού γραμματέα της Κ.Ε. δεν υπήρχε στους μπολσεβίκους παλιότερα, και όταν θεσπίστηκε δεν είχε τη σημασία του ηγέτη του κόμματος (όπως στη συνέχεια εξελίχθηκε στα ΚΚ). Ο Λένιν και άλλα κορυφαία στελέχη των μπολσεβίκων ποτέ δεν είχαν αυτή τη θέση μέσα στην Κ.Ε. Ο αναμφισβήτητα οργανωτικός ηγέτης των μπολσεβίκων μέχρι το 1919 (όταν και πέθανε από επιδημία γρίπης) ήταν ο Σβερντλόφ, για τον οποίο λεγόταν χαρακτηριστικά «ο Λένιν βάζει τη θεωρία και ο Σβερντλόφ εξασφαλίζει ότι θα εφαρμοστεί». Παρόλα αυτά ούτε ο Σβεντλόφ είχε ποτέ τη θέση του γραμματέα του κόμματος.

Όταν το 1922 ο Στάλιν διορίστηκε γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής, τα πράγματα είχαν διαφοροποιηθεί αρκετά: η γραφειοκρατικοποίηση του κόμματος έδινε στον Στάλιν μεγάλη δύναμη μέσα στον κομματικό και στον κρατικό μηχανισμό. Όμως και πάλι σε καμιά περίπτωση ο Στάλιν δεν μπορούσε να θεωρηθεί ηγέτης του μπολσεβίκικου κόμματος εκείνη την εποχή. «Ηγεσία» ήταν αυτοί που αποκαλούσε ο Λένιν «παλιά φρουρά του κόμματος», που, πέρα από τον Λένιν, περιλάμβανε στελέχη όπως ο Τρότσκι, ο Ζηνόβιεφ, ο Κάμενεφ, ο Μπουχάριν, που ήταν πολύ πιο γνωστοί στις λαϊκές μάζες και με πολύ μεγαλύτερο κύρος από τον Στάλιν.

thumb_ΣΤΑΛΙΝ ΡΙΚΟΦ ΚΑΜΕΝΕΦ ΖΗΝΟΒΙΕΦΗ υγεία του Λένιν ήταν ήδη κλονισμένη από την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του το 1918. Τον Μάη του 1922 έπαθε την πρώτη καρδιακή προσβολή και παρέλυσε από το ένα χέρι. Τον Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου έπαθε δεύτερο καρδιακό επεισόδιο, που τον υποχρέωσε να παραμένει κλινήρης και να απέχει σε μεγάλο βαθμό από την πρακτική πολιτική. Τον Μάρτη του 1923 υπέστη νέα καρδιακή προσβολή και δυσκολευόταν να μιλάει μέχρι το θάνατό του, στις αρχές του 1924. Στη διάρκεια της αρρώστιας του υπαγόρευσε κάποια κείμενα, γνωστά ως «πολιτική διαθήκη» του, που ολοκλήρωσε τον Γενάρη του 1923 (33). Ο Λένιν ήθελε η διαθήκη του να δημοσιευτεί στην «Πράβδα» και να διαβαστεί στο 12ο συνέδριο του κόμματος που είχε οριστεί για τον Απρίλη του 1923. Στη διαθήκη ο Λένιν προειδοποιούσε για τον κίνδυνο σχίσματος στην Κ.Ε., κατέκρινε τον Στάλιν και τις γραφειοκρατικές του μεθόδους, ζητούσε την απομάκρυνσή του από τη θέση του γενικού γραμματέα, ενώ αξιολογούσε τον Τρότσκι ως «τον ικανότερο άνθρωπο στην Κεντρική Επιτροπή».

Τα κείμενα αυτά δεν δημοσιεύτηκαν. Η Κρούπσκαγια, σύντροφος του Λένιν, δέχθηκε να παραμείνει απόρρητη η διαθήκη, φοβούμενη τις εντάσεις που μπορούσε να προκαλέσει και ελπίζοντας σε ανάκαμψη της υγείας του Λένιν ώστε να υπερασπίσει μόνος του τις θέσεις του (34). Τελικά, μετά το θάνατο του Λένιν το 1924, παρέδωσε το κείμενο της διαθήκης στον Στάλιν, ζητώντας να δημοσιοποιηθεί στο 13ο συνέδριο του κόμματος τον Μάη του 1924.

Στη διάρκεια της ασθένειας του Λένιν, στο τιμόνι του κόμματος ήταν πρακτικά η λεγόμενη «τριανδρία» των Ζηνόβιεφ, Κάμενεφ, Στάλιν. Όταν το ντοκουμέντο έφτασε στα χέρια τους, αποφάσισαν να το αποκρύψουν. Ιδιαίτερα ο Στάλιν πίεσε σε αυτή την κατεύθυνση αφού ο Λένιν όχι μόνο έκανε κρίσεις για τα μέλη της Κ.Ε., αλλά ειδικά για τον Στάλιν απαιτούσε το πρακτικό μέτρο της απομάκρυνσής του από τη θέση του γραμματέα.

Όπως φοβόταν ο Λένιν, η ηγεσία των μπολσεβίκων άρχισε να διασπάται σε αποκλίνουσες ομάδες στη διάρκεια της ασθένειάς του, και ακόμα πιο έντονα μετά τον θάνατό του. Οι διαμάχες μέσα στην Κ.Ε. της περιόδου 1923-28 έχουν περιγραφεί από τον Τρότσκι ως διαμάχη τριών τάσεων: της «δεξιάς» με επικεφαλής τον Μπουχάριν, της αριστεράς με επικεφαλής τον Τρότσκι (και στην πορεία και του Ζηνόβιεφ και του Κάμενεφ που συμμάχησαν μαζί του) και της «κεντριστικής» πτέρυγας με επικεφαλής τον Στάλιν. Όμως πολύ δύσκολα μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι όλες αυτές οι πτέρυγες εξέφραζαν διαφορετικά κοινωνικά συμφέροντα στην κοινωνία. Η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας είτε παρακολουθούσε παθητικά τις διαμάχες αυτές είτε, ακόμα και αν έπαιρνε θέση υποστήριξης σε κάποια από αυτές, ήταν μια θέση παθητικής υποστήριξης. Εξαίρεση αποτελούσε η πτέρυγα του Στάλιν, η οποία έβρισκε πράγματι ενεργητική υποστήριξη από το κυρίαρχο στρώμα στη ρωσική κοινωνία: την κομματική και κρατική γραφειοκρατία.

Η πτέρυγα του Μπουχάριν υποστήριζε την διατήρηση της ΝΕΠ, και την ενίσχυση των αγροτών. Όμως δύσκολα μπορούμε να πούμε ότι ο Μπουχάριν εξέφραζε τα συμφέροντα των αγροτών μέσα στο μπολσεβίκικο κόμμα, έστω και αν τα κουλάκικα στοιχεία της υπαίθρου υποστήριζαν την άποψή του. Πιο πολύ εξέφραζε την απογοήτευσή του από τις εξελίξεις στη διεθνή επανάσταση και την αναζήτηση για ένα «ρωσικό δρόμο» για το σοσιαλισμό μέσω της ανάπτυξης της οικονομίας «με ρυθμούς σαλιγκαριού» και με τις μεθόδους της αγοράς.

* Τρότσκι και Στάλιν: ποιος ήταν ο ρεαλιστής;
Δεν υπήρχε τίποτα το μη ρεαλιστικό στην πολιτική που πρότεινε η Αριστερή Αντιπολίτευση και ο Τρότσκι. Αν ο Λένιν ζούσε ήταν πιθανό η “παλιά φρουρά” των μπολσεβίκων να μπορούσε κερδίσει και αυτή τη μάχη ενάντια στη σταλινική γραφειοκρατία. Αν η πλατφόρμα της Αριστερής αντιπολίτευσης επικρατούσε, η ιστορία της σοσιαλιστικής επανάστασης θα ήταν πολύ διαφορετική, όχι μόνο στη Ρωσία αλλά και διεθνώς. Η γνήσια μπολσεβίκικη πολιτική θα μπορούσε να είχε οδηγήσει το ΚΚ Γερμανίας στη νίκη απέναντι στον Χίτλερ το 1931-33. Θα μπορούσε να φέρει στην εξουσία τους εργάτες στο επαναστατικό κύμα του 1934-36 στη Γαλλία αντί να υποτάξει το εργατικό κίνημα στην ουρά της αστικής τάξης όπως έκανε το ΚΚ Γαλλίας με την πολιτική του Λαϊκού Μετώπου. Μια γνήσια λενινιστική πολιτική θα είχε οδηγήσει σε βέβαιη νίκη την μεγάλη ισπανική επανάσταση του 1936-37 αντί για την ήττα και την επικράτηση του Φράνκο. Στην κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού τη δεκαετία του ‘30, η «διέξοδος» προς την νίκη των φασιστών και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο δεν ήταν καθόλου αναπόφευκτη. Αντίθετα η δεκαετία του ‘30 θα μπορούσε να αποτελέσει ένα τεράστιο νικηφόρο δεύτερο κύμα για την διεθνή επανάσταση και τον σοσιαλισμό που να είχε γλιτώσει την ανθρωπότητα από τη φρίκη του φασισμού και του πολέμου. Η σταλινική πολιτική αφόπλισε το εργατικό κίνημα από την αναγκαία επαναστατική ηγεσία και αυτό ήταν ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα του σταλινισμού απέναντι στον σοσιαλισμό και την εργατική τάξη διεθνώς. Η διαδεδομένη ακόμα και σήμερα αντίληψη, ότι ο σταλινισμός μπορεί να ήταν βάρβαρος μεν, αλλά ήταν «αποτελεσματικός» δήθεν στην αντίσταση στο φασισμό και στην «επέκταση του σοσιαλισμού», είναι τελείως ανιστόρητη. Με τα σύμφωνα Μολότοφ-Ρίνπεντροπ, με τις συμφωνίες της Γιάλτας και με την προέλαση των ρώσικων τανκς, η μόνη αποτελεσματικότητα του σταλινισμού ήταν η επέκταση της σφαίρας επιρροής του ρώσικου κρατικού καπιταλισμού στον διεθνή ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό. Η ανωτερότητα του σοσιαλισμού δεν βρίσκεται στις ατομικές βόμβες του Στάλιν (ή της Κίνας σήμερα) αλλά σε μια οικονομία που ικανοποιεί πλήρως τις ανάγκες των απλών ανθρώπων. Βρίσκεται στην αυτοαπελευθέρωση της εργατικής τάξης και στον διεθνισμό. Όπως λέει και ένα παλιό σύνθημα: «το σοσιαλισμό τον χτίζουν οι εργάτες και όχι τα τανκς και οι γραφειοκράτες».

Αντίστοιχα, η αριστερή αντιπολίτευση με επικεφαλής τον Τρότσκι* είχε την υποστήριξη σημαντικών τμημάτων των εργατών και της νεολαίας, αλλά ήταν μια υποστήριξη παθητική. Η εργατική τάξη δεν είχε πλέον την αντοχή να στρατευτεί αγωνιστικά για να δώσει τη μάχη στο πλευρό της αριστερής αντιπολίτευσης. Οι προτάσεις της μπορούν να θεωρηθούν ως προσπάθεια συνέχισης της «ορθόδοξης» πολιτικής του μπολσεβίκικου κόμματος με τις αναγκαίες διορθώσεις. Η αριστερή αντιπολίτευση πρότεινε μέτρα σε τρεις βασικές κατευθύνσεις: 1) Αύξηση της φορολόγησης των αγροτών και των ΝΕΠμεν και κατεύθυνση των πόρων αυτών στην πιο γρήγορη εκβιομηχάνιση, ώστε να αυξηθεί το βάρος της εργατικής τάξης στην οικονομία και στην κοινωνία. 2) Παράλληλα με την έμφαση στη βιομηχανία πρότεινε μέτρα ενίσχυσης της εργατικής δημοκρατίας και προσέλκυσης της εργατικής τάξης στα καθήκοντα διακυβέρνησης, ώστε να καταπολεμηθεί η γραφειοκρατικοποίηση στο κράτος και στο κόμμα. 3) Με βάση τα δύο πρώτα στοιχεία, η επανάσταση θα μπορούσε να διατηρηθεί στη Ρωσία, και έτσι να εξακολουθήσει με ενεργητικό τρόπο να προωθεί την εξάπλωσή της διεθνώς, που θα ήταν και η μόνη οριστική σωτηρία της επανάστασης όπως υποστήριζαν πάντα οι μπολσεβίκοι.
Τις πιο αλλοπρόσαλλες και αντιμαρξιστικές απόψεις εξέφραζε η σταλινική πτέρυγα, η οποία όμως έβρισκε την ενεργητική υποστήριξη της γραφειοκρατίας, αφού η πολιτική της εξυπηρετούσε απόλυτα τα προνόμιά της μέσα στη ρωσική κοινωνία και την παραπέρα ενίσχυσή τους. Τον Απρίλη του 1924, επαναλαμβάνοντας την μπολσεβίκικη άποψη, ο Στάλιν έγραφε:

Είναι δυνατόν να πετύχουμε την τελική νίκη του σοσιαλισμού σε μία μόνη χώρα, χωρίς τις συνδυασμένες προσπάθειες των εργατών μερικών ανεπτυγμένων οικονομικά χωρών; Όχι δεν είναι δυνατόν. Οι προσπάθειες μιας χώρας είναι αρκετές για την ανατροπή της αστικής τάξης. Αυτό είναι που μας διδάσκει η ιστορία της επανάστασής μας. Για την τελική νίκη του σοσιαλισμού, για την οργάνωση της σοσιαλιστικής παραγωγής, οι προσπάθειες μιας χώρας, ειδικά μιας αγροτικής χώρας όπως η δική μας, δεν είναι αρκετές. Για να το πετύχουμε αυτό χρειαζόμαστε τις προσπάθειες του προλεταριάτου αρκετών ανεπτυγμένων χωρών. Αυτό είναι όλο το κύριο χαρακτηριστικό της λενινιστικής θεωρίας για την προλεταριακή επανάσταση (35).

Τον Αύγουστο του 1924, σε μια δεύτερη έκδοση του ίδιου βιβλίου, το απόσπασμα αυτό είχε αντικατασταθεί με το εξής: «Έχοντας εγκαθιδρύσει την εξουσία του και παίρνοντας την ηγεσία της αγροτιάς, το προλεταριάτο της νικηφόρας χώρας μπορεί και πρέπει να χτίσει τη σοσιαλιστική κοινωνία». Και τον Νοέμβρη του ίδιου χρόνου η αναθεώρηση της ιστορίας από τον Στάλιν ήταν πλήρης: «Το κόμμα πάντα έπαιρνε ως θεμελιώδη αρχή την ιδέα ότι η νίκη του σοσιαλισμού μπορεί να επιτευχθεί με τις δυνάμεις μιας μόνης χώρας»! (36).

* Τα ζικ-ζακ του σταλινικού «μαρξισμού»
Η ανατροπή προηγούμενων θέσεων και οι στροφές 180 μοιρών, ήταν ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του σταλινικού «μαρξισμού». Το 1917 ήταν ενάντια στην ωριμότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης στη Ρωσία και αντιτάχτηκε στον Λένιν. Στα τέλη του 1924 «ανακάλυψε» ξαφνικά ότι η Ρωσία ήταν «ώριμη» για το σοσιαλισμό μέχρι το τελικό του στάδιο -την αταξική κοινωνία- και μάλιστα μόνη της! Το 1934-36 έκανε νέα «ανακάλυψη»: πλην της Ρωσίας που… βάδιζε ολοταχώς για τον «κομμουνισμό», ο σοσιαλισμός και η επανάσταση έγινε «ανώριμη» σε όλες τις άλλες χώρες του κόσμου! Τα ΚΚ διεθνώς έπρεπε να επιδιώξουν διάφορα ενδιάμεσα πολιτικά στάδια και διάφορες συμμαχίες ακόμα και με «προοδευτικούς» αστούς, ώστε μέσω αυτών των σταδίων να «ωριμάσουν» τις χώρες τους για τον σοσιαλισμό και την επανάσταση στο αόρατο και μακρινό μέλλον!

Οι ιδέες της σταλινικής πτέρυγας εκφράζονταν με απίστευτες στροφές* και ήταν πλήρης ανατροπή του μαρξισμού και της μπολσεβίκικης παράδοσης. Είχαν όμως το πλεονέκτημα ότι υπόσχονταν στη γραφειοκρατία μια ήσυχη και προνομιούχα ζωή, πέρα από τις περιπέτειες της παγκόσμιας επανάστασης, της αντιπαράθεσης με τους πλούσιους αγρότες, της αμφισβήτησης της θέσης της από την εργατική δημοκρατία. Η κομματική και κρατική γραφειοκρατία βρήκε στο πρόσωπο του Στάλιν τον «ηγέτη» που εκπροσωπούσε τα συμφέροντά της.

Παρ’ όλα αυτά, η παντοδυναμία του Στάλιν και ο πλήρης έλεγχος του μπολσεβίκικου κόμματος από τη γραφειοκρατία δεν έγινε μονομιάς. Ο Στάλιν συμμάχησε στην αρχή με τους Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ και στη συνέχεια με τον Μπουχάριν ενάντια στον Τρότσκι. Μέχρι το 1923 η δημοκρατία μέσα στο μπολσεβίκικο κόμμα είχε διατηρηθεί, τουλάχιστον όσον αφορούσε την «παλιά φρουρά», που έλεγε ο Λένιν, και οι απόψεις των διαφορετικών αντιλήψεων συγκρούονταν ισότιμα όσον αφορά την παρουσίασή τους από τον κομματικό Τύπο. Στο συνέδριο του 1923 (στο οποίο, θυμίζουμε, σκόπευε ο Λένιν να παρουσιαστεί η διαθήκη του) ο Τρότσκι έβγαλε ένα λόγο που χειροκροτήθηκε θερμά και στηλίτευε τη γραφειοκρατία, αν και απέφυγε την άμεση αντιπαράθεση με την «τριανδρία» της ηγεσίας του κόμματος. Με πρωτοστάτη τον Στάλιν, η τριανδρία άρχισε να αποψιλώνει τον Τρότσκι και τους υποστηρικτές του από κομματικά αξιώματα, ώστε να μην αφήσει κανένα περιθώριο στον Τρότσκι να διεκδικήσει τον πρώτο ρόλο μετά το θάνατο του Λένιν.

thumb_ΤΡΟΤΣΚΙ ΜΕ ΣΤΟΛΗΤο 1925, μετά τις διαφωνίες τους με τον Στάλιν και τον Μπουχάριν, ο Κάμενεφ και ο Ζηνόβιεφ ανακάλυψαν πόσο μεγάλο ήταν το τέρας της γραφειοκρατίας που είχαν βοηθήσει να δυναμώσει. Μόνο η κομματική οργάνωση του Λένινγκραντ (πρώην Πετρούπολης) υποστήριξε τον Ζηνόβιεφ, που ήταν και ο γραμματέας της. Όταν ο Ζηνόβιεφ ηττήθηκε στο συνέδριο, ο Στάλιν τοποθέτησε άλλο γραμματέα στο Λένινγκραντ. Σε πολύ μικρό διάστημα ο κομματικός μηχανισμός του Λένινγκραντ δήλωνε οπαδός του Στάλιν.

Κάθε έννοια εσωκομματικής δημοκρατίας καταπατιόταν όλο και περισσότερο όσο ο Στάλιν ενίσχυε τη μονοκρατορία του. Μέσα τελείως άγνωστα στην μπολσεβίκικη παράδοση, όπως τα πιο ξετσίπωτα ψέματα και η παραχάραξη της ιστορίας, η συστηματική συκοφάντηση των αντιπάλων ακόμα και με την επιστράτευση των πιο αντιδραστικών ιδεολογημάτων, όπως ο αντισημιτισμός, άρχισαν να γίνονται καθημερινή πρακτική στις κομματικές οργανώσεις και στον κομματικό Τύπο. Η τελευταία μάχη δόθηκε από κοινού από τους Τρόσκι – Ζηνόβνιεφ – Κάμενεφ στο συνέδριο του 1927. Χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα που προαναφέραμε, η σταλινική γραφειοκρατία κέρδισε το συνέδριο. Δεν αρκέστηκε σε αυτό, αλλά σε λίγο επέβαλε την εξορία του Τρότσκι και την αναγκαστική απομάκρυνση κάθε αντιπολιτευόμενου από κάθε πολιτική δράση. Το 1927 ακόμα και η παραμικρή υποψία για ενδεχόμενη διαφωνία αντιμετωπιζόταν με εξορία, συκοφαντία και καταστολή. Το μπολσεβίκικο κόμμα του 1917 ήταν το κόμμα των πρωτοπόρων εργατών και της σοσιαλιστικής επανάστασης. Το 1927 το κόμμα ήταν πια ολοκληρωτικά το κόμμα της σταλινικής γραφειοκρατίας.

Η γραφειοκρατία
γίνεται άρχουσα τάξη

Ο Τρότσκι, στην κοινωνική και πολιτική του ανάλυση για την γραφειοκρατία, την περιέγραφε σαν παρασιτικό και συντηρητικό στρώμα. Πράγματι μέχρι και το 1927, η ανάλυση αυτή ταίριαζε στο ρόλο της γραφειοκρατίας στη ρώσικη κοινωνία. Είχε τον έλεγχο του κόμματος και του κράτους, η σταλινική πολιτική αποσκοπούσε στην συντήρηση της προνομιούχας θέσης της, ενώ ταυτόχρονα επέτρεπε στη γραφειοκρατία να ισορροπεί ανάμεσα στις διάφορες κοινωνικές τάξεις της Ρωσίας χωρίς ιδιαίτερες εντάσεις και να διευρύνει έτσι τα προνόμιά της και το μερίδιο του πλούτου που απολάμβανε.

Η άρχουσα τάξη μιας κοινωνίας δεν είναι απλά μια προνομιούχα τάξη, αλλά μια τάξη που υποτάσσει όλες τις άλλες τάξεις και την κοινωνία ολόκληρη στους σκοπούς και στα συμφέροντά της. Μέχρι και το 1927, η πολιτική της γραφειοκρατίας δεν είχε αυτό το χαρακτηριστικό. Κινούνταν πιο πολύ με το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και όχι με πλήρη πολιτική συνείδηση της εξουσίας της. Ήταν μια «τάξη καθεαυτή» σύμφωνα με την μαρξιστική ορολογία και όχι «μια τάξη για τον εαυτό της», δηλαδή μια τάξη με πλήρη συνείδηση των στόχων της και των ιστορικών συμφερόντων της.

thumb_ΣΤΑΛΙΝ 30Όμως η οικονομική και ιστορική πραγματικότητα δεν ήταν δυνατόν να αφήσει την γραφειοκρατία στην παρασιτική της “ησυχία”. Όπως είπαμε και παραπάνω, τα οικονομικά προβλήματα της Ρωσίας δεν λύθηκαν με την ΝΕΠ. Αντίθετα προκαλούσαν την όλο και μεγαλύτερη ταξική διαφοροποίηση της Ρωσίας και αύξαναν τη δυσαρέσκεια των εργατών που συχνά εκφράζονταν και με κινητοποιήσεις, ακόμα και με σχετική ικανοποίηση των αιτημάτων τους. Το μεγαλύτερο πρόβλημα παρέμενε ότι η αγροτιά, με τον τεράστιο ρόλο της μέσα στη ρώσικη οικονομία, δεν είχε συμφέρον να προμηθεύει τις πόλεις με τρόφιμα όσο οι πόλεις δεν είχαν πραγματικά ανταλλάγματα να της προσφέρουν. Η μαζική άρνηση των αγροτών να πουλήσουν τη σοδειά των δημητριακών το 1928 έθεσε τη γραφειοκρατία μπροστά σε όλη την οξύτητα του ζητήματος. Ο απόλυτος έλεγχος του κόμματος και του κράτους που είχε πετύχει με τις σταλινικές μεθόδους που αναφέραμε πριν, δεν ήταν αρκετός για να της εξασφαλίσει μακροπρόθεσμα τα προνόμιά της. Αυτό μπορούσε να γίνει μόνο αν εξασκούσε αποφασιστικά την εξουσία της και υπέτασσε στα συμφέροντά της τις υπόλοιπες τάξεις της κοινωνίας και ιδιαίτερα τους εργάτες και τους αγρότες.

Η δεύτερη απειλή για τη γραφειοκρατία ερχόταν από το εξωτερικό. Η γραφειοκρατία, χρησιμοποιώντας το κύρος της «σοβιετικής πατρίδας» και τις σταλινικές μεθόδους που ήξερε καλά, υπέταξε την Κομουνιστική Διεθνή και τα νεαρά ΚΚ, στην προσπάθεια εξυπηρέτησης της εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ήταν οι οδηγίες «μετριοπάθειας» προς το Βρετανικό ΚΚ στην περίοδο της γενικής απεργίας του 1926 και ακόμα πιο έντονα η καθοδήγηση του κινέζικου ΚΚ ώστε να υποταχτεί στους εθνικιστές του Κουομιτάγκ στην επανάσταση του 1927, με τελικό αποτέλεσμα την σφαγή εκατοντάδων χιλιάδων εργατών και κομμουνιστών στην Σαγκάη και στην Καντώνα. Όπως και στο εσωτερικό της Ρωσίας, έτσι και στο εξωτερικό, η γραφειοκρατία προσπαθούσε να τα έχει καλά με τις δυτικές άρχουσες τάξεις και να βρίσκει συμμάχους σε άλλες χώρες, υποχρεώνοντας τα ΚΚ σε μια όλο και πιο ρεφορμιστική πολιτική. Όμως ούτε μια τέτοια πολιτική μπορούσε να εξασφαλίσει την “ησυχία” της γραφειοκρατίας από τις απειλές του εξωτερικού. Η κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού και η κλιμάκωση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, σήμαινε ότι η Ρωσία θα μπορούσε να γίνει εύκολο θύμα σε έναν νέο ιμπεριαλιστικό πόλεμο.
Οι απειλές από το εσωτερικό καταρχήν και οι απειλές από το εξωτερικό στη συνέχεια, οδήγησαν την σταλινική γραφειοκρατία σε μια τεράστια στροφή στα τέλη του 1928 με την υιοθέτηση του πρώτου “πεντάχρονου πλάνου”. Για 5 χρόνια ο Στάλιν χρησιμοποιούσε τον Μπουχάριν για να απαντά στις κριτικές που ασκούσε η Αριστερή Αντιπολίτευση. Το 1928, ο Στάλιν και οι οπαδοί του στράφηκαν εναντίον του Μπουχάριν:

…ο Στάλιν άρχισε “να επιτίθεται στους κουλάκους” και να προωθεί την εκβιομηχάνιση …Στάλθηκαν ένοπλες ομάδες στην ύπαιθρο για να εξασφαλίσουν τις ποσότητες δημητριακών που χρειάζονταν για να τραφεί ο αυξημένος πληθυσμός των πόλεων. Οι ίδιες δυνάμεις “ενθάρρυναν” τους αγρότες να συνενώσουν τη γη τους σε “κολλεκτίβες”. Αυτό συνέβη με μια ταχύτητα που ούτε ο Στάλιν δεν θα μπορούσε νά ‘χει προβλέψει. Το Πρώτο Πεντάχρονο Πλάνο του 1928 προέβλεπε 20% κολλεκτιβοποίηση σε πέντε χρόνια -ο πραγματικός ρυθμός επρόκειτο να είναι τουλάχιστον 60%. Για να επιτευχθεί αυτό, έπρεπε να διεξαχθεί ένας πραγματικός εμφύλιος πόλεμος στην ύπαιθρο, στον οποίο εκατομμύρια αγρότες -και όχι όλοι τους κουλάκοι- έχασαν την ζωή τους.

Ο σκοπός της κολλεκτιβοποίησης ήταν και να διαλύσει την οικονομική δύναμη της αγροτιάς και να αντλήσει είδη διατροφής και πρώτες ύλες από την ύπαιθρο προς τις πόλεις, όπου χρειαζόταν να τραφεί ένα αυξανόμενο εργατικό δυναμικό, χωρίς ανταπόδοση βιομηχανικών αγαθών προς τους αγρότες. Αν και η κολλεκτιβοποίηση δεν οδήγησε σε μια αύξηση της συνολικής αγροτικής παραγωγής (στις αρχές της δεκαετίας του ‘50 ήταν λίγο ψηλότερη απ’ ό,τι πριν τον Α’ Παγόσμιο Πόλεμο), αλλά σε μια καταστροφική μείωση στην παραγωγή πολλών ειδών διατροφής, έδωσε όμως τη δυνατότητα στη γραφειοκρατία να αποσπάσει περισσότερα δημητριακά απ’ τους αγρότες, περιορίζοντας το επίπεδο κατανάλωσης…

Με αυτή την μεταστροφή της πολιτικής του κόμματος, έχασαν όχι μόνο οι αγρότες αυτά που είχαν κερδίσει με την επανάσταση -ιδιοκτησία της γης- αλλά χειροτέρεψαν απότομα και οι συνθήκες ζωής των εργατών…

Η υιοθέτηση του πλάνου έδωσε τέλος στην περίοδο κατά την οποία τα συνδικάτα, αν και με όλο και περισσότερη δυσκολία, είχαν μια κάποια ανεξαρτησία μέσα στη σοβιετική οικονομία. Σύμφωνα με τη νέα πολιτική δεν επιτρεπόταν πια οι απεργίες ούτε καν να αναφέρονται στον τύπο. Από το τέλος του 1930 και μετά, δεν επιτρεπόταν επίσης ν’ αλλάζουν οι εργάτες δουλειές χωρίς άδεια.

Οι μέσοι μισθοί των εργατών και υπαλλήλων περικόπηκαν στην επτάχρονη περίοδο από το 1929 και μετά περίπου κατά 50%. Την ίδια στιγμή αυξήθηκαν απότομα οι διαφορές μισθού και τροποποιήθηκε ο κανόνας που καθόριζε ότι το εισόδημα των μελών του κόμματος είναι ίσο με αυτό των ειδικευμένων εργατών. Εν τω μεταξύ εισήχθηκε για πρώτη φορά το σύστημα της καταναγκαστικής εργασίας. Ο αριθμός εκείνων που ήταν στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας αυξήθηκε αλματωδώς, από 30.000 το 1928, σε 662.257 το 1930. Μέσα σε λίγα χρόνια αυτός ο αριθμός θα ανερχόταν περίπου στα 5 εκατομμύρια ή και περισσότερο (37).

Ήταν τέτοια η έκταση της βίας, της καταπίεσης και της εκμετάλευσης ενάντια στους εργάτες και τους αγρότες, που το πεντάχρονο πλάνο ολοκληρώθηκε σε λιγότερο από …4 χρόνια και το δεύτερο πεντάχρονο πλάνο εξαγγέλθηκε το 1932! Όλη αυτή η συσσώρευση κατευθύνθηκε σε συντριπτικό βαθμό στην ανάπτυξη βαριάς βιομηχανίας σε βάρος του βιοτικού επιπέδου των μαζών:

Ενώ το 1927-28 μόνο το 32,8% των βιομηχανικών επενδύσεων έγινε σε παραγωγή μέσων παραγωγής κι αντίθετα το 55,7% σε παραγωγή καταναλωτικών προϊόντων, το 1932 αυτό ανέβηκε στο 53,3%, ένα επίπεδο απ’ το οποίο θα ανέβαινε συνεχώς μέχρι που έφτασε το 68,8% το 1950. Μ’ άλλα λόγια, τα πάντα -και πάνω απ’ όλα το επίπεδο ζωής των εργατών και των αγροτών στις κολλεκτίβες- υποτάχθηκαν στην παραγωγή μέσων παραγωγής, που χρησιμοποιήθηκαν για να παράγουν άλλα μέσα παραγωγής. Η βιομηχανία δυνάμωσε, αλλά το επίπεδο ζωής έπεσε (38).

thumb_ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ. ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑΛΤΑΣ.Όλη η δεκαετία του ‘30 ήταν πραγματικά ένας ακήρυχτος και ανηλεής πόλεμος που κήρυξε η άρχουσα γραφειοκρατία ενάντια στην εργατική τάξη, την αγροτιά και σε κάθε έναν που προέβαλε την παραμικρή αντίσταση ή πολιτική διαφωνία. Τα θύματα αυτού του κοινωνικού πολέμου έφτασαν σε πολλά εκατομμύρια νεκρούς. Με μετριοπαθείς υπολογισμούς, πάνω από 3 εκατομμύρια πέθαναν από τις πολιτικές εκτελέσεις, από τις κακουχίες στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας καθώς και από τις αναγκαστικές εκτοπίσεις ολόκληρων εθνοτήτων που επέβαλλε το σταλινικό καθεστώς επειδή αντιδρούσαν στην πολιτική του. Αν υπολογίσουμε και τα 6 εκατομμύρια περίπου νεκρούς από την πείνα που ξέσπασε το 1932 (λόγω της τεράστιας πτώσης του βιοτικού επιπέδου των μαζών που προαναφέραμε), οι νεκροί τη δεκαετία του 30 πρέπει να πλησίασαν τα 10 εκατομμύρια. Σε θεωρητικά «ειρηνική» περίοδο όπως ήταν η δεκαετία 1928-38, οι εκτελεσθέντες για πολιτικούς λόγους έφτασαν σε εκατοντάδες χιλιάδες. Τόσο από την ηγεσία όσο και από τη βάση του παλιού μπολσεβίκικου κόμματος, δεν απέμειναν παρά ελάχιστοι επιζώντες. Ακόμα και το μεγαλύτερο μέρος των υποστηρικτών του Στάλιν τη δεκαετία του ‘20, εκκαθαρίστηκε στη δεκαετία του ‘30 (39).

Ο ίδιος ο Στάλιν ξεκαθάρισε ποιο ήταν το κίνητρο πίσω απ’ αυτή την πολιτική:

Η μείωση των ρυθμών (της εκβιομηχάνισης) θα σήμαινε καθυστέρηση κι εκείνοι που καθυστερούν είναι νικημένοι…. Στην ιστορία της η παλιά Ρωσία …νικιόταν διαρκώς εξαιτίας της καθυστέρησης της…απ’ τους Μογγόλους Χαν…, από τους Τούρκους Μπέηδες…, από τους Πολωνο-Λιθουανούς Παντς…, απ’ τους Αγγλο-Γάλλους καπιταλιστές, απ’ τους Γιαπωνέζους Βαρόνους, νικήθηκε απ’ όλους -εξαιτίας της καθυστέρησης της, της στρατιωτικής, της πολιτιστικής, της πολιτικής, της βιομηχανικής, της αγροτικής καθυστέρησης… είμαστε 50 ή 100 χρόνια πίσω από τις ανεπτυγμένες χώρες. Πρέπει να αποκαταστήσουμε αυτή την καθυστέρηση σε 10 χρόνια. (40).

Η άρχουσα γραφειοκρατία της Ρωσίας βρέθηκε σε ένα (τηρουμένων των αναλογιών) παρεμφερές δίλημμα με την Ιαπωνική αριστοκρατία όταν απέναντι από τις ιαπωνικές ακτές εμφανίστηκαν οι αμερικάνικες κανονιοφόροι. Ένα σημαντικό τμήμα της ιαπωνικής άρχουσας τάξης αποφάσισε να επιβάλει την εκβιομηχάνιση και στην καπιταλιστικοποίηση της Ιαπωνίας για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τον διεθνή ανταγωνισμό. Με δεδομένη την οικονομική καθυστέρηση της Ρωσίας, η ρώσικη άρχουσα τάξη, προσπάθησε να επαναλάβει σε πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα, τις δεκαετίες της πρωταρχικής συσσώρευσης που πέρασε ο Βρετανικός καπιταλισμός τις συνέπειες της οποίας πάνω στις λαϊκές μάζες περιγράφει παραστατικά ο Ένγκελς στο βιβλίο του «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία» (41)

Είναι φανερό ότι το 1928, σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή στη ρώσικη κοινωνία. Αν μέχρι τότε θα μπορούσαμε όπως ο Τρότσκι, να περιγράφουμε τη Ρωσία σαν «εκφυλισμένο εργατικό κράτος», αυτό δεν ήταν η πραγματικότητα για τη συνέχεια. Η γραφειοκρατία είχε μετατραπεί σε μια άρχουσα τάξη με συνείδηση των συμφερόντων της και με απόλυτη υποταγή των λαϊκών τάξεων της Ρωσίας στους σκοπούς της. Η «συσσώρευση για τη συσσώρευση» έγινε η κινητήριος δύναμη της ρώσικης οικονομίας, όπως και κάθε καπιταλιστικής οικονομίας σύμφωνα με την μαρξιστική ανάλυση για τον καπιταλισμό. Η Ρωσία είχε γίνει πια καπιταλισμός, για την ακρίβεια κρατικός καπιταλισμός.

thumb_ΤΡΟΤΣΚΙ ΡΙΒΕΡΑ 1940Πολλοί αμφισβητούν ότι η ανταγωνιστική συσσώρευση ήταν ο κινητήρας της Ρώσικης οικονομίας και συνεπώς αμφισβητούν τον καπιταλιστικό της χαρακτήρα. Πράγματι στη Ρωσία δεν υπήρχε εσωτερικός ανταγωνισμός τιμών όπως γίνεται στην ελεύθερη αγορά. Όμως ούτε και ανάμεσα στα τμήματα ενός καπιταλιστικού μονοπωλίου ή μιας πολυεθνικής εταιρίας υπάρχει ανταγωνισμός τιμών αλλά αντίθετα κυριαρχεί ο σχεδιασμός από τα πάνω. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα μονοπώλια και οι πολυεθνικές δεν καθορίζονται από τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό. Η κρατικά οργανωμένη κυρίαρχη τάξη της Ρωσίας δεν συσσώρευε αυθαίρετα ούτε σύμφωνα με τις καταναλωτικές της ανάγκες ώστε να ζει απλά στη χλιδή. Το πόσο ατσάλι θα παρήγαγε η βιομηχανία της «ΕΣΣΔ Α.Ε.» δεν εξαρτιόταν από το πόσα αυτοκίνητα χρειάζονταν οι προνομιούχοι γραφειοκράτες, αλλά εξαρτιόταν από την προσπάθεια να συγκριθεί η παραγωγή ατσαλιού με τις δυνατές καπιταλιστικές χώρες. Όλοι οι δείκτες της Ρώσικης οικονομίας, από την παραγωγικότητα μέχρι την απόδοση των επενδύσεων και από την ποιότητα μέχρι την ποσότητα και το είδος των αγαθών που έπρεπε να παραχθούν, συγκρίνονταν συνεχώς με τους αντίστοιχους δείκτες των ανταγωνιστών τους. Το τι είδους όπλα (και συνεπώς και τι είδους βαριά βιομηχανία) θα έφτιαχνε η Ρωσία δεν κρινόταν με βάση αν τα όπλα αυτά είναι αρκετά για να καταστέλλεται ο πληθυσμός εσωτερικά, αλλά με το κατά πόσο αυτά τα όπλα ήταν σε θέση να συγκριθούν με την πολεμική μηχανή των άλλων ιμπεριαλιστικών χωρών και το κατά πόσο θα μπορούσαν να υπερασπίσουν την ισχύ του ρώσικου κρατικού καπιταλισμού στον παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό.

Αυτή η ανάλυση της Ρωσίας, η θεωρία του κρατικού καπιταλισμού, αναπτύχθηκε για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου από μια μικρή ομάδα στελεχών, που προέρχονταν από τον τροτσκισμό με πιο γνωστό τον Τόνι Κλιφ (42). Η ανάλυση του Κλιφ πάτησε πάνω στη θεωρία του Τρότσκι, έστω κι αν ο Τρότσκι μέχρι το τέλος της ζωής του αρνιόταν να χαρακτηρίσει ως κυρίαρχη τάξη την γραφειοκρατία και επέμενε σε χαρακτηρισμούς όπως «παρασιτικό στρώμα» και «εκφυλισμένο εργατικό κράτος». Όμως η θεωρία του κρατικού καπιταλισμού πατάει πάνω στην ανάλυση του Τρότσκι ως προς την αντεπαναστατική φύση της γραφειοκρατίας που μόνο μια επανάσταση (πολιτική όπως την ονόμαζε ο Τρότσκι) θα μπορούσε να ξαναφέρει τους εργάτες στην εξουσία. Πατάει πάνω στην ανάλυση του Τρότσκι, ως προς την μετατροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς σε υπηρέτη της εξωτερικής πολιτικής της Μόσχας και στην μετατροπή των ΚΚ σε κόμματα που δεν καθορίζονταν πλέον από το στόχο της εργατικής επανάστασης και το διεθνισμό. Δυστυχώς ο Τρότσκι δολοφονήθηκε το 1940 από έναν πράκτορα του Στάλιν και δεν πρόλαβε να δει τα νέα στοιχεία που έβαζαν σε δοκιμασία την ανάλυσή του, (όπως την επέκταση του κρατικού καπιταλισμού στα κράτη της ανατολικής Ευρώπης με τα τανκς του κόκκινου στρατού χωρίς να έχει προηγηθεί καμιά επανάσταση που να πρόλαβε να “εκφυλιστεί” σε αυτές τις χώρες…)

Επίλογος

thumb_Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣΗ σταλινική αντεπανάσταση και ο κρατικός καπιταλισμός στη Ρωσία σήμαιναν την συντριβή της Οκτωβριανής επανάστασης και την εκ νέου ταξική καπιταλιστική υποδούλωση της εργατικής τάξης στη Ρωσία. Αυτή η εξέλιξη είχε δυστυχώς ακόμα μεγαλύτερες συνέπειες: την καταστροφή της Κομμουνιστικής Διεθνούς (επίσημα διαλύθηκε από τον Στάλιν το 1943), την μετατροπή των ΚΚ σε ρεφορμιστικά και πατριωτικά κόμματα, την τεράστια δυσφήμιση του απελευθερωτικού οράματος του σοσιαλισμού που για δεκαετίες ταυτίστηκε με τα γκουλάγκ και την σταλινική δικτατορία. Το 1914 έγινε ένα τεράστιο σχίσμα μέσα στη Β’ Διεθνή όπου ξεχώρισε από την μια το σοσιαλδημοκρατικό ρεύμα που πρόδωσε τον μαρξισμό και από την άλλη το επαναστατικό μαρξιστικό ρεύμα του Λένιν, του Τρότσκι, της Λούξεμπουργκ. Μετά από αυτό το ιστορικής σημασίας σχίσμα, έγιναν πολλές ακόμα διασπάσεις από σοσιαλδημοκρατικά κόμματα -καμιά από αυτές δεν μπόρεσε να επιβιώσει πολιτικά γιατί από το 1914 και μετά δεν υπήρχε πια επαναστατική πτέρυγα μέσα στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.

Αντίστοιχης ιστορικής σημασίας ήταν το σχίσμα που έφερε η σταλινική αντεπανάσταση και η καταστροφή κάθε επαναστατικής μαρξιστικής πτέρυγας μέσα στα ΚΚ διεθνώς. Κάθε αγωνιστής που ψάχνει σήμερα την πραγματική μαρξιστική παράδοση δεν έχει τίποτα να βρει στις θεωρίες και τις πρακτικές του σταλινισμού. Μόνο στηριγμένοι στην παράδοση του Λένιν και του Τρότσκι μπορούμε να ξαναπιάσουμε το νήμα της νικηφόρας στρατηγικής του επαναστατικού μαρξισμού σήμερα, να ξαναχτίσουμε μια νικηφόρα αριστερά που μπορεί να οδηγήσει την εργατική τάξη στην εξουσία και στο όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης και του σοσιαλισμού από τα κάτω. Και αυτή τη φορά είναι σίγουρο ότι ο κοινωνικός πλούτος που υπάρχει παγκόσμια διαθέσιμος στην κοινωνία, θα κάνει αυτή μας την προσπάθεια πολύ πιο εύκολη από τον Οκτώβρη του 1917.

Σημειωσεις:
1. Καρλ Μαρξ, « Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη», http://www.marxists.org/archive/marx/works/1852/18th-brumaire/ch01.htm
2. Βλαντιμίρ Λένιν, «Κράτος και επανάσταση», http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1917/staterev/index.htm
3. Λέον Τρότσκι, «Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης» http://www.marxists.org/archive/trotsky/1930/hrr/index.htm
4. Τα στοιχεία είναι από τον τρίτο τόμο του έργου του Τόνι Κλιφ, «Λένιν-πολιορκημένη επανάσταση», εκδόσεις Εργατική Δημοκρατία, σελ. 52-53.
5. Κρις Χάρμαν, «Ρωσία-πώς χάθηκε η επανάσταση», http://www.marxists.de/statecap/harman/revlost.htm
6. Βικτόρ Σερζ, «Έτος πρώτο της Ρώσικης Επανάστασης», http://www.marxists.org/archive/serge/1930/year-one/index.htm
7. Η περιγραφή της μάχης της Πετρούπολης αναφέρεται από τον Τρότσκι στο έργο του «Η ζωή μου», http://www.marxists.org/archive/trotsky/1930/mylife/index.htm
8. Τα στοιχεία είναι από Χάρμαν ό.π., από το τρίτομο έργο του Ε.Χ. Κάρρ «Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης 1917-23», εκδόσεις Υποδομή 1977 και από τη wikipedia http://en.wikipedia.org/wiki/Russian_Civil_War
9. Χάρμαν, ό.π.
10. Ένα αναλυτικό άρθρο με τίτλο «Ο Μύθος του Μάχνο» υπάρχει εδώ http://www.isreview.org/issues/53/makhno.shtml
11. Χαρακτηριστικό το πόσο έχει χρησιμοποιηθεί η Κρονστάνδη για αντιμπολσεβίκικη προπαγάνδα είναι ότι ο Γιέλτσιν το 1994 αποφάσισε την ανέγερση μνημείου για την εξέγερση http://query.nytimes.com/gst/fullpage.html?res=9F00E2DD1531F932A25752C0A962958260 Επίσης στοιχεία για την εξέγερση, τα αιτήματα, καθώς και την αντιμετώπιση της Κροστάνδης από τον καπιταλιστικό Τύπο της εποχής διεθνώς υπάρχουν εδώ http://en.wikipedia.org/wiki/Kronstadt_rebellion και εδώ http://myths-of-anarchism.blogspot.com/
12. http://www.marxists.org/archive/trotsky/1938/01/kronstadt.htm
13. Λέον Τρότσκι, «Αποτελέσματα και προοπτικές», http://www.marxists.org/archive/trotsky/1931/tpr/rp-index.htm
14. Βλαντιμίρ Λένιν, «Ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/index.htm
15. Λένιν ό.π.
16. Λένιν, άπαντα, τόμος 31, σελ. 98, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή
17. Βλαντιμίρ Λένιν, «Πολιτική αναφορά της Κεντρικής Επιτροπής» http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1918/7thcong/01.htm
18. Σπάρτακος λεγόταν η πρώτη οργάνωση που ίδρυσαν η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Κάρλ Λίμπνεχτ όταν αποχώρησαν από το Γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD). Η οργάνωση των σπαρτακιστών ήταν η βάση για την ίδρυση το 1919 του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας. Τον Νοέμβρη του 1919, πριν συγκληθεί το πρώτο συνέδριο της Γ’ Διεθνούς, οι Λούξεμπουργκ και Λίμπνεχτ είχαν δολοφονηθεί με διαταγές της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης της Γερμανίας, μετά από μια αποτυχημένη εργατική εξέγερση.
19. Ομιλίες του Λένιν στο 1ο συνέδριο της Γ’ Διεθνούς, http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1919/mar/comintern.htm
20. ό.π. http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1919/mar/05.htm
21. Αποφάσεις 4ο Συνεδρίου διεθνούς, εκδόσεις Πρωτοποριακή βιβλιοθήκη, σελ 44
22. Βλαντιμίρ Λένιν, «Θα κρατήσουν άραγε οι μπολσεβίκοι την κρατική εξουσία;», http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1917/oct/01.htm
23. http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1920/dec/30.htm
24. http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1919/mar/12.htm
25. http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1919/rcp8th/03.htm
26. http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1922/mar/27.htm
27. http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1922/nov/04b.htm
28. Κλιφ ό.π., σελ.206
29. http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1922/mar/24.htm
30. Κλίφ, ό.π., σελ 207
31. Βικτόρ Σερζ, «Κατακτημένη πόλη», εκδόσεις ΘΕΜΑ, 1988, σελ. 136
32. http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1922/mar/24.htm
33. http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1922/dec/testamnt/index.htm
34. Περισσότερες λεπτομέρειες για την τύχη αυτού του κειμένου εδώ http://www.marxists.org/glossary/terms/l/e.htm#last-testament και εδώ http://en.wikipedia.org/wiki/Lenin%27s_Testament
35. http://www.marxists.org/glossary/terms/s/t.htm#stalinism
36. ό.π.
37. Κρις Χάρμαν, από το συλλογικό έργο «Από το εργατικό κράτος στον κρατικό καπιταλισμό», εκδόσεις Εργατική Δημοκρατία 1989, σελ. 64-65
38. Χάρμαν, ό.π., σελ 69
39. Αντώνης Νταβανέλλος, “Δίκες της Μόσχας”, Δ.Α. Νο 11 http://www.dea.org.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=100&Itemid=46 Επίσης εκτιμήσεις για τον αριθμό των θυμάτων τη δεκαετία του ‘30 στη Ρωσία, από αριστερούς συγγραφείς και πηγές μέχρι αντιδραστικούς και αντικομμουνιστές, υπάρχουν και στη wikipedia http://en.wikipedia.org/wiki/Joseph_Stalin#Number_of_victims
40. Στάλιν, “Ζητήματα Λενινισμού”, αναφέρεται από τον Χάρμαν ό.π., σελ. 69
41.http://www.marxists.org/archive/marx/works/1845/condition-working-class/index.htm
42. http://www.marxists.org/archive/cliff/works/1948/stalruss/index.htm
http://www.marxists.org/archive/cliff/works/1955/statecap/index.htm

This entry was posted in Θεωρία. Bookmark the permalink.

Σχολιάστε